– Γέροντα, οί καλοί λογισμοί έρχονται μόνοι τους ή πρέπει να τους καλλιεργώ;
– Πρέπει να τους καλλιεργής. Να παρακολουθης τόν εαυτό σου, να τόν έλέγχης και να προσπαθής, όταν ό εχθρός σου φέρνη κακούς λογισμούς, να τους διώχνης και να τους αντικαθιστάς με καλούς λογισμούς. Όταν αγωνίζεσαι έτσι, θά καλλιεργηθή ή διάθεση σου και θα γίνη καλή. Τότε ό Θεός, βλέποντας την καλή σου διάθεση, θά συγκαταβή και θά σε βοηθήση, οπότε οί κακοί λογισμοί δεν θά βρίσκουν μέσα σου τόπο. Θά φεύγουν και θά εχης πλέον φυσιολογικά καλούς λογισμούς. Θά απόκτησης μιά συνήθεια προς τό καλό, θά ερθη ή καλωσύνη στην καρδιά σου, και τότε θά φιλόξενης μέσα σου τόν Χριστό. Αυτό όμως δεν γίνεται από την μιά μέρα στην άλλη χρειάζεται χρόνος και συνεχής αγώνας, γιά νά λάβη ή ψυχή τόν στέφανο της νίκης. Τότε πιά ό πόλεμος εξαλείφεται γιά πάντα, διότι οί πόλεμοι είναι ξεσπάσματα εσωτερικής ακαταστασίας, πού τήν εκμεταλλεύονται οί προπαγάνδες τών εχθρών.
– Δηλαδή, Γέροντα, όσοι έχουν καλούς λογισμούς, τό πέτυχαν με αγώνα;
– Ανάλογα. Άλλοι άνθρωποι έχουν από τήν αρχή τής πνευματικής τους ζωής καλούς λογισμούς και έτσι προχωρούν. Άλλοι, ενώ στην αρχή έχουν καλούς λογισμούς, ύστερα δεν προσέχουν και αρχίζουν νά έχουν αριστερούς. Άλλοι έχουν στην αρχή αριστερούς λογισμούς, άλλα, παρακολουθώντας τόν εαυτό τους και βλέποντας πόσες φορές τήν παθαίνουν, χάνουν τήν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και μετά έχουν καλούς λογισμούς. Άλλοι μπορεί νά έχουν μισούς καλούς και μισούς κακούς. Άλλοι περισσότερους καλούς, άλλοι περισσότερους κακούς. Κάποιος λ.χ. πού πάει νά γίνη καλόγερος, ανάλογα με τό περιβάλλον, μέ τις συνθήκες στις όποιες έζησε, έχει λογισμούς καλούς και κακούς. Μπορεί νά εχη δέκα μέχρι είκοσι τοις εκατό, ακόμη και ογδόντα τοις εκατό, κακούς λογισμούς. Όταν άρχίση νά κάνη εσωτερική εργασία, παρακολουθεί τον εαυτό του, προσπαθεί νά διώχνη τους κακούς λογισμούς και νά καλλιεργή τους καλούς. Συνεχίζοντας αυτήν τήν προσπάθεια, φθάνει μετά από ένα χρονικό διάστημα νά εχη μόνον καλούς λογισμούς. Άπό τό διάστημα πού είχε τους κακούς λογισμούς στον κόσμο, θά έξαρτηθη και τό διάστημα πού θά χρειασθη γιά νά φύγουν. Στην συνέχεια, σιγά-σιγά σταματούν και οι καλοί λογισμοί και φθάνει σέ ένα άδειασμα. Τότε περνά μία περίοδο πού δέν έχει ούτε καλούς ούτε κακούς λογισμούς. Αυτή ή φάση φέρνει και κάποια ανησυχία στην ψυχή και ό άνθρωπος αρχίζει νά αναρωτιέται: ¨Τί συμβαίνει; Τί γίνεται τώρα; Είχα κακούς λογισμούς, έφυγαν ήρθαν καλοί. Τώρα δέν έχω ούτε κακούς ούτε καλούς. Μετά άπό αυτό τό άδειασμα γεμίζει ό νους μέ τήν θεία Χάρη και έρχεται ό θειος φωτισμός.
– Αυτό τό γέμισμα, Γέροντα, πώς είναι;
– Σέ έναν πού δέν έχει δει τά άστρα δέν μπορείς νά τοϋ περιγράψης πώς είναι ό ήλιος. Άν εχη δει τουλάχιστον τά άστρα, μπορείς νά του δώσης νά καταλάβη περίπου πώς είναι ό ήλιος.
– Γέροντα, τί βοηθάει νά φθάση κανείς σ’ αυτό τό άδειασμα πού αναφέρατε;
– Ή πνευματική μελέτη, ή αδιάλειπτη προσευχή, ή σιωπή και ή φιλότιμη άσκηση. Μιά ψυχή πού θά πάρη στά ζεστά τον αγώνα κατά των κακών λογισμών μπορεί νά φθάση σέ καλύτερη κατάσταση άπό μιά άλλη πού δέν έχει σχεδόν καθόλου κακούς λογισμούς. Μπορεί δηλαδή στην αρχή της πνευματικής ζωής νά είχε ενενήντα κακούς λογισμούς και δέκα καλούς και νά φθάση σέ καλύτερη κατάσταση άπό αυτήν πού είχε ενενήντα καλούς και δέκα κακούς.