Το Άγιον Όρος στην υπερχιλιόχρονη ιστορία του υπήρξε πάντα το άοκνο εργαστήρι της σοφίας και της αρετής µε εξέχουσες µορφές λογίων κι εναρέτων µοναχών.
Από τα µέσα του 18ου αιώνος παρατηρείται µία µεγάλη άνθηση στο Άγιον Όρος, που φθάνει µέχρι τις ηµέρες µας. Οι όσιοι Ακάκιος ο Καυσοκαλυβίτης (+ 1730), ο υπέρµετρος αυστηρός σπηλαιώτης ασκητής, ο µιµητής του οσίου Μαξίµου του Καυσοκαλύβη Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (+ 1745), ο σοφός διδάσκαλος Άνθιµος ο Κουρούκλης (+ 1782), ο ιλαρός κήρυκας νήσων του Αιγαίου και του Ιονίου, Παϊσιος ο Βελιτσκόφκσυ (+ 1794) ο δηµιουργός «ασκητικοφιλολογικής» σχολής, Σωφρόνιος ο Αγιαννανίτης, Μακάριος ο Νοταράς (+ 1805) ο ασκητής ιεράρχης, Γεώργιος της Τσερνίκα της Ρουµανίας (+ 1806), Νικόδηµος ο Αγιορείτης (+ 1809) ο γνωστός σοφός συγγραφέας, Αθανάσιος ο Πάριος (+ 1813) ο διακεκριµένος διδάσκαλος, Σωφρόνιος Βράτσης της Βουλγαρίας (+ 1813), Αρσένιος ο εν Πάρω (+ 1877) ο διάσηµος ασκητής, Αντύπας της Μολδαβίας (+ 1822), Σιλουανός ο Ρώσος ο Αθωνίτης (+ 1938) γνωστός από την ωραία βιογραφία του και Σάββας ο εν Καλύµνω (+ 1948) ο Θαυµατουργός, αποτελούν σηµαντικό πυρήνα φωτισµού, διδασκαλίας και προσφοράς.
Μαζί µε τους παραπάνω συγκαταλέγονται και οι ένδοξοι Αγιορείτες νεόµαρτυρες, που στον 18ο και 19ο αιώνα φθάνουν τους εξήντα και µεταξύ αυτών διακρίνονται: Παχώµιος ο Νεοσκητιώτης (+ 1730), Κωνσταντίνος ο Ρώσος (+ 1742), ∆αµασκηνός ο Θεσσαλός (+ 1771), Κοσµάς ο Αιτωλός (+ 1779) ο γνωστότατος διδαχός και ιδρυτής ναών και σχολείων, Λουκάς ο Σταυρονικητιανός (+ 1802), Γεράσιµος ο Κουτλουµουσιανοσκητιώτης (+ 1812), Ευθύµιος ο Ιβηροσκητιώτης (+ 1814), Γεδεών ο Καρακαλληνός (+ 1818), Αγαθάγγελος ο Εσφιγµενίτης (+ 1819), Γρηγόριος ο Ε’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+ 1821), Παύλος ο Κωνσταµονίτης (+ 1824) και τελευταίος γνωστός Αθανάσιος ο Λήµνιος (+ 1846). Η ίδρυση της Αθωνιάδος Ακαδηµίας (1749) αποτελεί σταθµό της νεώτερης αγιορείτικης ανθήσεως.
Αξιόλογοι διδάσκαλοι διδάσκουν σε αυτή όπως ο Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης, ο πρώτος σχολάρχης της, µε διάδοχο τον Αρχιµανδρίτη Αγάπιο τον Αγιοταφίτη, που σφαγιάσθηκε έξω της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους, Ευγένιος ο Βούλγαρις, ο χαρισµατούχος διδάσκαλος, Νικόλαος Ζερτζούλης ο Μετσοβίτης, Παναγιώτης Παλαµάς, Αθανάσιος ο Πάριος και άλλοι. Έφοροι και προστάτες της Ακαδηµίας αναδείχθηκαν οι άγιοι Γρηγόριος ο Ε΄, Νικόδηµος ο Αγιορείτης και Μακάριος ο Νοταράς. Μαθητές της υπήρξαν οι νεοµάρτυρες Κοσµάς ο Αιτωλός, Κωνσταντίνος ο Υδραίος και Αθανάσιος Κουλακιώτης όπως επίσης οι πνευµατικοί άνδρες Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Σέργιος Μακραίος και ο εθνοµάρτυς Ρήγας Φεραίος. Είναι γεγονός πως για το τουρκοκρατούµενο Γένος η Αθωνιάδα Σχολή απέβη ένας ακόµη φάρος και µιά ελπίδα για την επιβίωσή του. Το τυπογραφείο επίσης που ιδρύεται στη Μ. Λαύρα από τον Κοσµά τον Επιδαύριο (1755) και η παρά τη µονή Βατοπεδίου Σχολή συνδράµουν στην αφύπνιση του Γένους, αλλά δυστυχώς µετά καιρό παρακµάζουν.
Την ίδια εποχή ζουν κι εργάζονται επιφανείς λόγιοι όπωςοι Παπα – Ιωνάς Καυσοκαλυβίτης, ∆ιονύσιος Σιατιστέας, Νεόφυτος Σκουρτέος, Βαρθολοµαίος Κουτλουµουσιανός, Παχώµιος ο Τυρναβίτης, ∆ιονύσιος ο εκ Φουρνά (+ 1745) ο Καρυώτης αγιογράφος και συγγραφεύς του βιβλίου της τέχνης των ζωγράφων και ο Καισάριος ∆απόντες (+ 1784) ο Ξηροποταµηνός µοναχός και πολυταξιδεµένος συγγραφέας και ποιητής, ∆ωρόθεος (Ευελπίδης) Βατοπεδινός, Νικηφόρος Ιβηρίτης ο Χαρτοφύλακας.
Στα µέσα του 18ου αιώνος αναπτύσσονται σε όλο το Άγιον Όρος σοβαρές θεολογικές συζητήσεις γύρω από τα ζητήµατα της τελέσεως των µνηµοσύνων των κεκοιµηµένων, της συνεχούς θείας µεταλήψεως και άλλα σχετικά µε την ακρίβεια της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Αφορµή των µακρών συζητήσεων απετέλεσε η ανοικοδόµηση του Κυριακού ναού της Ιεράς Σκήτης της Αγίας Άννης (1754). Τέθηκε το ζήτηµα αν τα τελούµενα µνηµόσυνα υπέρ των δωρητών και αφιερωτών θα πρέπει να γίνονται την ηµέρα του Σαββάτου ή της Κυριακής. Επίσης ποια θα πρέπει να είναι η συχνότητα της προσελεύσεως των µοναχών στη Θεία Κοινωνία. Οι συζητήσεις δίχασαν τους µοναχούς και αυτούς που επέµεναν για την τέλεση των µνηµοσύνων τα Σάββατα που αποκάλεσαν κοροιδευτικά «κολλυβάδες». Αυτοί όµως φαίνεται πως ήταν, παρά την αυστηρή τους επιµονή, βαθείς γνώστες της εκκλησιαστικής παραδόσεως κι αγωνίσθηκαν σθεναρά για τη γνησιότητα και την αποκάθαρση της παραδόσεως από πρόσθετες προσµήξεις. Ετσι η προσωνυµία «κολλυβάς» απετέλεσε ευφηµισµό και το κίνηµα δηµιούργησε χρήσιµη και αγαθή αναγέννηση κι ανακαίνηση. Μάλιστα οι πρωτοπόροι του φιλοκαλικού αυτού κινήµατος είναι τρείς άγιοι: Μακάριος Νοταράς, Νικόδηµος Αγιορείτης και Αθανάσιος Πάριος. Συνοιδοιπόροι τους και συνέκδηµοι οι διαπρεποίς λόγιοι: Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης, Χριστόφορος ο Αρτηνός, Αγάπιος ο Κύπριος, Ιάκωβος ο Πλοποννήσιος, Παύλος ο ερηµίτης, Θεοδώρητος ο Εσφιγµενίτης και αρκετοί άλλοι. Ορισµένοι ως αυτοεξόριστοι κατέφυγαν στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα και ίδρυσαν δεκάδες µονών, που αρκετές σώζονται µέχρι σήµερα, και στάθηκαν στηρίγµατα του λαού στα δυτικότροπα ρεύµατα. Έτσι βλέπουµε τον όσιο Μακάριο τον Νοταρά στη Χίο, τον Νήφωνα τον Χίο στη Σκιάθο, τον ∆ιονύσιο τον Σκιαθίτη στη Σκύρο, τον Ιερόθεο στην Ύδρα µε αρκετούς µαθητές και φίλους της αγιορείτικης µοναχοτρόφου και αγιοτρόφου παραδόσεως. Στις µονές που ιδρύουν παρατηρούµε πλούσια δράση και σηµαντική προσφορά. Το Οικουµενικό Πατριαρχείο µε συνοδικές αποφάσεις δίνει τις τελικές λύσεις στο «κολλυβαδικό» ζήτηµα. Τα µνηµόσυνα µπορούσαν να τελούνται ανάλογα µε τις περιστάσεις και η Θεία Μετάληψη µε την κατάλληλη προετοιµασία µπορεί να γίνεται συχνά, δίχως να µένει κανείς στην ξηρότητα του τύπου αλλά στη ζωή της ουσίας.
Οι όσιοι Νικόδηµος ο Αγιορείτης, Μακάριος ο Νοταράς και Αθανάσιος ο Πάριος είναι οι χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της αναγεννήσεως στο Άγιον Όρος και του πνεύµατος που επικράτησε. Πρόκειται για συγγραφείς γνωστών βιβλίων που επέδρασαν στις ψυχές των υποδούλων και που τα πονήµατα τους επανεκδίδονται συνεχώς µέχρι τις ηµέρες µας. Το αγιορείτικο θεολογικό πνεύµα σφραγίζεται µε την έκδοση της «Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών» (1785), που αποτελεί εκδοτικό σταθµό στα θεολογικά γράµµατα.
Το Άγιον Όρος σε µία δύσκολη εποχή όπως η Τουρκοκρατία διατήρησε τη φλόγα του πάντα άσβεστη και µάλιστα θέλησε συχνά να τη µεταλαµπαδεύσει στους λαούς των Βαλκανίων και του Βορρά. Έτσι η ανταλλαγή επισκέψεων και η παραµονή αρκετών ανδρών στον ιερό Άθωνα δηµιούργησε µια αξιόλογη πνευµατική και πολιτιστική κίνηση. Στην ησυχία του Αγίου Όρους, ως σχολή ανώτερης φιλοσοφίας καλλιεργείτο όχι µόνο η άσκηση και η νήψη, αλλά και η µελέτη στις πλούσιες βιβλιοθήκες, οι µεταφραστικές εργασίες σπάνιων κειµένων, η σπουδή στην τέχνη και η µεταφορά ενός πνεύµατος προσφοράς και θυσίας. Μεγάλης πνοής είναι το έργο του στάρετς Παϊσιου Βελιτσκόφκσυ µετά την αναχώρησή του από τον Άθωνα. Υπήρξε αναµορφωτής του µοναχισµού στη Ρουµανία και Ρωσία. Παρόµοιο έργο επιτελεί ο µαθητής του όσιος Γεώργιος της Τσερνίκα (+ 1806) στις µονές της Μολδαβίας, έχοντας υποτακτικούς εκατοντάδες µοναχούς, ο όσιος Σωφρόνιος Βράτσης (+ 1813) στο Βουκουρέστι, ο όσιος Αντύπας (+ 1882) από τη Μολδαβία πηγαίνει στο Ιάσιο και καταλήγει στη µονή Βαρλαάµ της Φιλανδίας και ο Ρώσος όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (+ 1938) διδάσκει µε την πολυµεταφρασµένη βιογραφία του του αρχιµ. Σωφρονίου (+ 1993) και µετά τη µακαρία τελευτή του. Για µια ακόµη φορά γίνεται φανερή η αίγλη της οικουµενικότητος του Αγίου Όρους.
Η αγιορείτικη µοναχική πολιτεία δεν φύλαξε ποτέ µόνο για τον εαυτό της την ευωδία του άνθους της αρετής της. Παρά τη σκληρότητα της τουρκικής σκλαβιάς, την πενία, τη δυσκολία των µετακινήσεων και τους πολλούς κινδύνους, ο ταπεινός αγιορείτικος σκούφος ταξίδεψε σε όλο τον ελληνισµό, για να µεταφέρει το νηφάλιο κήρυγµα της σωτηρίας, της λυτρώσεως, της παραµυθίας, της ενισχύσεως και της ελπίδος. Φλογεροί ιεραπόστολοι όπως ο Άγιος Κοσµάς ο Αιτωλός, που στέφει το µακρύ κήρυγµα του µε το µαρτύριο, ο όσιος Άνθιµος ο Κουρούκλης, που περιοδεύει τα νησιά και κτίζει ναούς και µονές, ο όσιος Μακάριος ο Νοταράς, που στα νησιά του Αιγαίου δηµιουργεί εστίες ουσιαστικής αναψυχής και ανατάσεως – το αυτό έργο πράττει και ο συνέκδηµός, του ο όσιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο Αρσένιος της Πάρου και ο Σάββας της Καλύµνου είναι λίγοι από τους πολλούς.
Ο Οικουµενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ο Ιεροµάρτυς, µαζί µε τη χορεία των ενδόξων Αγιορειτών νεοµαρτύρων, διδάσκουν ακόµη πιο λαµπρά µε τη µαρτυρική τους τελείωση και ενδυναµώνουν τον λαό.
Στον αιώνα µας συνεχίζει το Άγιον Όρος τη µυστική προσφορά του, που φανερώνει την υψηλή ορθόδοξη πνευµατικότητα και ζωή και την ακτινοβολία του πέραν των ορίων του, µε την ανάδειξη ασκητικών µορφών, πνευµατικών φυσιογνωµιών και θεολογικών αναστηµάτων. Σε ένα κόσµο που διψά και εναγώνια αναζητά τη γνησιότητα, την ακρίβεια και την αλήθεια, δίδεται η µαρτυρία του βιώµατος της ορθοδόξου πνευµατικής ζωής και της σωτηρίας της ψυχής. Οι πολλοί νέοι κυρίως, σήµερα προσκυνητές αν δεν ενθουσιάζονται, πάντως προβληµατίζονται από τον τρόπο αυτής της ζωής της ασκήσεως, εγκρατείας, απλότητος και ησυχίας των µοναχών. Έτσι ώστε µερικές φορές να αποτελεί σταθµό στη ζωή τους ένα προσκύνηµα στο Άγιον Όρος. Η ταπείνωση και η αγιότητα του Αγίου Όρους διαδραµατίζει ένα ρόλο πνευµατικής εγρηγόρσεως στην Εκκλησία και στον λαό.
Η πνευµατική αγιορείτικη προσωπογραφία έχει να µνηµονεύσει και στα χρόνια µας αρκετές µορφές ισάξιες παλαιοτέρων εποχών, των οποίων µεταφέρουν το πνεύµα και συνάµα αποτελούν αφορµή για να συνεχισθεί και η δική τους εργασία στο µέλλον. Γνωστοί για τη µεγάλη αγάπη τους στο Άγιον Όρος, στις µονές τους, στα πνευµατικά τους τέκνα, στην Παναγία και τον Θεό, φιλάρετοι και φίλεργοι ηγούµενοι υπήρξαν οι κοιµηθέντες αρχιµανδρίτες: Συµεών Γρηγοριάτης (+ 1905), Νεόφυτος Σιµωνοπετρίτης (+ 1907), που υπήρξαν νέοι κτίτορες των µονών τους, Κοδράτος Καρακαλληνός (+ 1940), Αθανάσιος Γρηγοριάτης (+ 1953), Ιερώνυµος Σιµωνοπετρίτης (+ 1957), Φιλάρετος Κωνσταµονίτης (+ 1963), που αναλώθηκαν στην υπηρεσία των µονών τους και των µοναχών τους, Σεραφείµ Αγιοπαυλίτης (+ 1960), Βησσαρίων Γρηγοριάτης (+ 1974), Γαβριήλ ∆ιονυσιάτης (+ 1983), που συνεργάσθηκαν και για κοινές υποθέσεις του Αγίου Όρους µε επιτυχία, Χαραλάµπης Σιµωνοπετρίτης (+ 1970), Εφραίµ Ξηροποταµηνός (+ 1983) και άλλοι.
Ενάρετοι και διακριτικοί µακαριστοί πνευµατικοί – εξοµολόγοι υπήρξαν, εκτός των παραπάνω επιφανών, στον αιώνα µας οι Σάββας (+ 1908) και Γρηγόριος ο Μικραγιαννανίτης, Ιγνάτιος Κουτουνακιώτης (+ 1927), Χαρίτων Καυσοκαλυβίτης, Καισάριος και Μιχαήλ ο αόµατος (+ 1952) οι Αγιαννανίτες, Νεόφυτος, Γαβριήλ (+ 1967), Ευστάθιος (+ 1981) και Ελπίδιος (+ 1983), οι Κύπριοι και Σπυρίδων (+ 1990) οι Νεοσκητιώτες, Γρηγόριος ∆ιονυσιάτης, Μάξιµος Καρακαλληνός, Νικόδηµος Κρητικός Κουτλουµουσιανοσκητιώτης και άλλοι.
Εγνωσµένης αρετής υπήρξαν οι αναπαυθέντες Γέροντες Χατζηγιώργης (+ 1886) ο περιβόητος και αυστηρός νηστευτής και ∆ανιήλ ο Ρουµάνος ο σπηλιώτης, οι Κερασιώτες, Αβιµέλεχ ο Κρητικός και Γεράσιµος (+ 1991) ο γνωστός υµνογράφος, οι Μικραγιαννανίτες, Καλλίνικος (+ 1930) ο νηπτικός και ησυχαστής και ∆ανιήλ (+ 1929) ο Σµυρναίος, οι Κατουνακιώτες, Γεράσιµος Μενάγιας (+ 1957) ο σοφός ερηµίτης, Αββακούµ (+ 1978) ο ανυπόδητος Λαυριώτης, Ισαάκ (+ 1932) ο άριστος κοινοβιάτης και Λάζαρος (+ 1974) οι ∆ιονυσιάτες, Ιωσήφ ο Σπηλιώτης (+ 1959) ο µεγάλος αγωνιστής και θεοφύλακτος (+ 1986) ο αγιόφιλος, οι Νεοσκητιώτες, Γερόντιος (+ 1958) ο Αγιοπαντελεηµονίτης, Αθανάσιος ο Ιβηρίτης (+ 1973) ο ταπεινόφρων και θεοµητροφιλής, Ευλόγιος (+ 1948) ο µεγάλος νηστευτής και Ενώχ (+ 1978) ο χαριτωµένος Ρουµάνος παρά τις Καρυές, Παπα-Τύχων (+ 1968) ο σπουδαίος Ρώσσος ασκητής της Καψάλας, Πορφύριος (+ 1992) ο προορατικός και διορατικός Καυσοκαλυβίτης Γέροντας, που µετέφερε την αγιορείτικη ευλογία επί δεκαετίες στην Αττική και Παϊσιος (+ 1994) ο Αγιορείτης, που ανέπαυσε πολλούς ανθρώπους που τον πλησίασαν µε σεβασµό. Για όλους έγραψαν άξια πολλοί πολλά.
Οι δύο τελευταίοι που αναφέρθηκαν είναι ευρύτερα γνωστοί για τη χάρη τους. Ο Γέροντας Πορφύριος υπήρξε µία από τις πιο σηµαντικές µορφές των ηµερών µας, είχε το κύρος της γνησιότητας, είχε την εµπειρία του Αγίου Πνεύµατος, ήταν αληθινά ταπεινός, ατόφια απλός, είχε συνυφασµένη την παιδικότητα µε την αγιότητα. Υπήρξε ψυχοανατόµος, παιδαγωγός και καθοδηγητής πολλών, που µε συγκίνηση διηγούνται τις συναντήσεις µαζί του. Ο Γέροντας Παϊσιος υπήρξε κι αυτός έµπειρος, υποµονετικός κι επίµονος ιατρός ψυχών κι οδηγός ενός πυκνού πλήθους ανθρώπων µε µεγάλες ανάγκες. Ο ιλαρός του λόγος, το παράδειγµά του, οι συµβουλές του σε άγγιζαν, σου µετέδιδαν ειρήνη, τη χάρη της ευλογίας, τη δρόσο του πνεύµατος.
Μεταξύ των λογίων συγκαταλέγονται ο ιεροµόναχος Θεοδώρητος Λαυριώτης, Γεράσιµος Εσφιγµενίτης (Σµυρνάκης) για το περίφηµο βιβλίο του για το Άγιον Όρος, ο ιεροδιάκονος Κοσµάς Αγιοπαυλίτης (Βλάχος) επίσης, ο ιεροµόναχος Χριστόφορος ∆οχειαρίτης (Κτενάς) για το πλήθος των εργασιών του περί του Αγίου Όρους, οι Λαυριώτες Γέροντες Παντελεήµων, Χρυσόστοµος, Αλέξανδρος (Ευµορφόπουλος), Σπυρίδων (Καµπανάος) ιατρός, Παύλος ( Παυλίδης ) ιατρός, Αλέξανδρος (Λαζαρίδης), Ευλόγιος (Κουρίλας) ο µετέπειτα µητροπολίτης Κορυτσάς, Ιωακείµ Ιβηρίτης, Θεόφιλος, οι Νίκανδρος, Ιάκωβος και Αρκάδιος οι Βατοπεδινοί και οι Ξηροποταµηνοί Γέροντες Παύλος, Χρύσανθος και Ευδόκιµος, Αθανάσιος Παντοκρατορινός, Ζωσιµάς Εσφιγµενίτης, Νείλος (Μητρόπουλος) Σιµωνοπετρίτης, Σάββας Φιλοθεϊτης, Βαρλαάµ Γρηγοριάτης, Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, Ιωακείµ (Σπετσιέρης) Νεοσκητιώτης και άλλοι.
Το έργο των αγίων, των ηγουµένων, των πνευµατικών, των Γερόντων και των λογίων του Αγίου Όρους, του χθες και του σήµερα, ακτινοβολεί και επιδρά ευεργετικά στον κόσµο. Γιατί το Άγιον Όρος, πέρα από τα κειµήλια τα πολύτιµα, φυλάγει θησαυρούς ζώσης αρετής, που αυτή κυρίως ενδιαφέρει περισσότερο, µε την παροχή τρόπου ζωής προς αντιµετώπιση της καθηµερινής σκληρότητος, µονοτονίας και µοναξιάς. Έτσι το Άγιον Όρος ονοµάσθηκε δικαίως «σχολή πνευµατικής πατρότητος και συµβουλευτικής» (καθηγητής Α. Σταυρόπουλος) και µε το να φιλοξενεί πολλούς και µε το να εξέρχονται οι δυνάµενοι προς εξοµολόγηση, οµιλίες και ιεραποστολή. Των συµβουλών αυτών ακροατές είναι και αρχιερείς, ιερείς, µοναχοί, µοναχές, καθηγητές, δάσκαλοι και οι «ελάχιστοι» των αδελφών. Οπως σωστά ειπώθηκε «στο πρόσωπο των λίγων αυτών ανθρώπων που µένουν αποµονωµένοι στην καλύβα ή στη σπηλιά τους µπορεί να δει τους φρουρούς, τους θεµατοφύλακες, τους «αθλητές» µιας σοφίας και µιας επιστήµης του ανθρώπου που βιαζόµαστε να θαυµάσουµε όταν προέρχεται από τις Ινδίες ή από το Θιβέτ, αλλά την αγνοούµε όταν ασκείται δίπλα µας» (J. Lacarriere).
Οι λόγοι του Γέροντος Παϊσιου για τον βιογραφούµενό του Χατζηγιώργη ταιριάζουν και στον ίδιο και σε αρκετούς από αυτούς που αναφέραµε και χαρακτηρίζουν την καλή τους αγωνία για την πορεία του κόσµου. «Συµβουλεύει ανάλογα τον καθένα, µε διάκριση, και παρηγορεί τις ψυχές και βοηθάει µε τις καρδιακές του προσευχές. Το πρόσωπό του ακτινοβολεί από την αγία του ζωή και σκορπάει θεία χάρη στις πονεµένες ψυχές. Η φήµη του έχει φτάσει παντού και τρέχουν από παντού οι άνθρωποι για να ωφεληθούν πνευµατικά. Από το πρωϊ µέχρι το βράδυ, µαζεύει τον πόνο των πονεµένων και θερµαίνει τις καρδιές τους µε την αγάπη του την πνευµατική, που έµοιαζε µε ανοιξιάτικη λιακάδα». Ο Μικραγιαννανίτης Γέρων Αβιµέλεχ συνήθιζε να απαντά όταν τον ρωτούσαν τι κάνει «Νούν τηρούµε». Ο Κατουνακιώτης Γέρων Λεόντιος τυφλός µονολογούσε «τώρα όλα τα βλέπω καλύτερα, όλα τα αισθάνοµαι καλύτερα, ο Θεός µου έδωσε πιο δυνατό φως, από εκείνο που είχα όταν ήµουν υγιής». Ο Καυσοκαλυβίτης Γέρων Μιχαήλ µε το αειθαλές του χαµόγελο συνοµιλούσε µε τους αγίους. Ο Κωνσταµονίτης βιβλιόφιλος Γέρων Μόδιστος έλεγε: «Αν δεν νοιώσουµε ότι οι όλοι οι αδελφοί είναι δικοί µας και ότι εµείς είµαστε δικοί τους, ποτέ δεν θα κατοικήσει το Άγιον Πνεύµα στην καρδιά µας. Τη στάση µας απέναντί τους δεν πρέπει να τη ρυθµίζει η πνευµατική τους ποιότητα». Ο ασκητικώτατος Καρουλιώτης Γέρων Φιλάρετος έλεγε: «Αδελφοί µου, όλος ο κόσµος τρέχει και προσπαθεί για τη σωτηρία του, εκτός από µένα τον αµαρτωλό». Γέροντας χρόνια ασθενής της Σκήτης Κουτλουµουσίου έλεγε πως «θείο θέληµα είναι και συµφέρει πολλές φορές να είναι το σώµα άρρωστο για να σωθεί η ψυχή». Άλλος σύγχρονος σοφός Γέροντας συχνά τόνιζε : «Η φυσική ησυχία συντείνει στην εσωτερική ησυχία. Όµως αν δεν υπάρχει, πρέπει να υποµείνεις σ’ ότι βρίσκεις κι ο Θεός θα σου δώσει τα µεγαλύτερα». Και ψάξε να βρεις γιατί δεν έχεις ειρήνη». Και «Να θλίβεσαι για να χαίρεσαι» και «καλύτερα να ‘χεις δυσκολίες παρά να νοµίζεις πως πας καλά, µε τις δυσκολίες ωριµάζεις κι οµορφαίνεις …». Σ’ ένα βιβλίο του ο Γέροντας Μητροφάνης Χιλανδαρινός γράφει περί της µοναχικής προσφοράς πως είναι «η εγκαρδιότητα της προσευχής, η αγάπη που φθάνει µέχρι τη θυσία, η συγχωρητική ταπεινοφροσύνη και η ενθουσιώδης φιλανθρωπία».
Όταν η αγιότητα συµπίπτει µε τη λογιότητα είναι κάτι θαυµαστό. Όταν στο Άγιον Όρος συνεχίζουν να υπάρχουν και σήµερα τέτοιες µορφές είναι µια έκτακτη ευλογία για τον κόσµο.
Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης