Αρχιμ. Ελισαίου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, Αγίου Όρους
Αφορμή χαράς και ελπίδος, γιατί φαίνεται μια ακτίνα αναζητήσεως του τελείου προτύπου στην πορεία της ζωής μας, οπότε και ο όρος «γεροντολαγνεία» χάνει αμέσως το περιεχόμενο του, αφού εμπίπτομε στα κανονικά και παραδοσιακά όρια της απαραίτητης προσωπικής μας σχέσεως με ένα πεπειραμένο και φωτισμένο πνευματικό οδηγό, απ΄ τον οποίο πλησιάζοντας τον προσδοκούμε βοήθεια για να ξεπλύνωμε τον ερρυπωμένο χιτώνα της ταλαίπωρης ψυχής μας και να βιώσωμε ορθόδοξα και ταπεινά το μυστήριο της πνευματικής σχέσεως του διδύμου Γέροντας-υποτακτικός.
Στο σημείο πάλι αυτό είναι αναγκαίο να κάνωμε κάποια μικρή παρατήρησι. Στην προσπάθειά μας να βρούμε «άγιο» πνευματικό καθοδηγητή, αν τα πνευματικά αισθητήριά μας είναι εισέτι αγύμναστα, μπορεί αντί ποιμένος να βρεθή ξαφνικά μπροστά μας λύκος, οπότε σε συνδυασμό με μια διαστρεβλωμένου τύπου υπακοή που εγγίζει τα όρια από μεν την θέσι του «αγίου» πνευματικού της ψυχαναγκαστικής καταδυναστεύσεως της προσωπικότητος του πιστού, από δε την θέσι του αναζητούντος την επίμονη αίσθησι απολύτου παραιτήσεως από κάθε ανάληψι προσωπικής του ευθύνης για την περαιτέρω πνευματική του πορεία και τελεία εγκατάλειψι στην βούλησι του πνευματικού, τότε το αποτέλεσμα αυτής της προσεγγίσεως του με μακροχρόνιες και πολλές ελπίδες ευρεθέντος «αγίου Γέροντος» θα είναι καταστρεπτικές για την προσωπικότητα του υποτακτικού. Και έχομε πάμπολλα τέτοια παραδείγματα. Δυστυχώς…
Επίσης πρέπει να γίνη σαφής διάκρισις μεταξύ των όρων «υπακοή» και «συμβουλευτική γνώμη». Διότι η μεν υπακοή, που κατά κόρον ζητούν οι εν τω κόσμω πνευματικοί από τους κοσμικούς πιστούς, είναι καθαρά μοναχική αρετή, που δίνεται αυτοθέλητα ως υπόσχεσις ενώπιον Θεού και ανθρώπων κατά την διάρκεια της μοναχικής κουράς και οφείλεται ισοβίως προς τον συγκεκριμένο Γέροντα του μοναχού, η δε συμβουλευτική γνώμη που δίνει ο κάθε μη μοναχός πνευματικός σε κοσμικούς πιστούς, δεν ενέχει το στοιχείο της υποχρεωτικής τηρήσεως της συμβουλής, άσχετα αν είναι η σωστή ή όχι και ως εκ τούτου έχει τελείως διαφορετικό χαρακτήρα και περιεχόμενο.
Στο σημείο αυτό μπλέκονται επικίνδυνα στις μέρες μας οι δύο όροι και έχομε περιπτώσεις και νεαρών εγγάμων διακόνων ακόμη που αναλαμβάνουν ανεύθυνα ρόλο μεγάλου γέροντος και δη και ηλικιωμένων ανθρώπων με συμπεριφορά απαράδεκτης καταδυνάστευσης του προσώπου. Μάλιστα η τεκμηρίωσις του «γεροντικού» αυτού ρόλου βρίσκει εύκολα υλικό στα πνευματικά βιβλία, που η μελέτη και η κατανόησή τους απαιτούν ωστόσο κάποιες βασικές γνωστικές προϋποθέσεις κα αφορούν μόνο και μόνο Μοναχούς που υποσχέθηκαν ισόβια υπακοή -όχι υποταγή. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργήται μία κατάσταση μπερδεμένη και οι άνθρωποι να ζουν με μια παράξενη και ιδιότυπη πνευματικότητα, φορτωμένοι πέρα από τα προσωπικά τους προβλήματα κα με τις αντιευαγγελικές και ενίοτε και σχιζοφρενικές εντολές των «φωτισμένων γερόντων», στις οποίες ενίοτε εύκολα διακρίνεται το ψυχολογικό φαινόμενο της μεταβίβασης. Όσα εμείς δεν τα κάνομε από ανικανότητα ή από αίσθησι πνευματικής μεγαλειότητος, τα απαιτούμε από τους δυστυχείς «υποτακτικούς» μας. Και όταν φθάνουν κάποτε συντετριμμένοι και απελπισμένοι σε κάποιον νορμάλ πνευματικό, αν ποτέ προλάβουν να φθάσουν, δεν έχουν την παραμικρή δύναμι επανορθώσεως των όσων γκρεμίστηκαν άπαξ διαπαντός και τελεσιδίκως μέσα τους…
Στοιχείο επικίνδυνο για την δημιουργία αγαθών σχέσεων με άγιο πρόσωπο είναι και η προσπάθεια μιμήσεως εξωτερικών χαρακτηριστικών του, όπως το ντύσιμο, η ομιλία, το ψάλσιμο, η άσκησις. Η προσπάθεια αυτή. Όσο και αν φαντάζη φυσιολογική, ενέχει μεγάλο κίνδυνο απολυτοποιήσεως αυτών των εξωτερικών στοιχείων, που ωστόσο δεν αποτελούν αναγκαστικά μέσα ελεύσεως στην καρδιά του μιμούμενου των χαρισμάτων του Αγίου που θέλει να μιμήται. Άλλωστε δεν είμαστε όλοι για όλα, ούτε έχομε κοινές τις φυσικές και πνευματικές δυνατότητες προσλήψεως των αγαθών του Θεού, που με κανένα τρόπο δεν εξαναγκάζεται να μας αναδείξη αγίους με την υϊοθέτησι ξηρών τύπων, έστω και αυτών με τους οποίους εκφράζονται οι Άγιοι. Εξ άλλου άλλο η μοναχική ζωή, άλλο η εν τω κόσμω πορεία.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Κοζάνης είπε κάτι πολύ σοφό: «Τα των αγίων είναι όλα θαυμαστά και αξιέπαινα, όχι όμως και αξιομίμητα»! Ρήσις πατερική, αφού μελετώντας τα Συναξάρια διαπιστώνομε πόσο διαφορετικοί χαρακτήρες είναι ο κάθε Άγιος από τον οποιοδήποτε άλλο, κατά το παύλειο «αστήρ αστέρος διαφέρει εν δόξη». Και όμως, όλοι είναι άγιοι. Και οι Μάρτυρες και οι ασκητές. Και οι ποιμένες στον κόσμο και οι στυλίτες της ερήμου. Και οι κοινοβιάτες και οι σπηλαιώτες. Και οι άγαμοι και οι έγγαμοι. Και οι από κοιλίας μητρός ήγιασμένοι και οι εν εσχάτη ώρα μετανοήσαντες. Ο Φιλάνθρωπος Κύριος όλους μας αγκαλιάζει και μας αποδέχεται, εξαγιάζοντας τα προσωπικά μας στοιχεία που απαρτίζουν την ιδική μας και μοναδική ιδιοπροσωπία. Δεν μας μεταποιεί σε άβουλα όργανα.
Δεν νομίζομε πως το θέμα της προσεγγίσεως των Άγιων τελειώνει εδώ. Άλλωστε, διαβάζοντας τους Βίους των Αγίων, που είναι ένας άλλος τρόπος προσεγγίσεως του στοιχείου της Εκκλησιαστικής αγιότητος, μή εμποδιζόμενης από τοπικά ή χρονικά εμπόδια, κάθε φορά μπορεί να επισημάνωμε κάτι το διαφορετικό, που μέχρι τότε δεν το είχαμε προσέξει· και μια ασήμαντη φαινομενικά λεπτομέρεια του βίου μπορεί να γίνη αφορμή συγκλονιστικής επαναδιαχαράξεως της πνευματικής μας πορείας και αξιολογήσεως των στόχων μας.
Για να επανέλθωμε στον αρχικό αφορισμό, είναι απολύτως αληθές ότι χρειάζεται πολλή ταπείνωσις. αλλά και ειδικός φωτισμός από τον Τρισάγιο Κύριο να προσεγγίζωμε οικοδομητικά και όπως πρέπει ένα Άγιο. Άλλωστε δεν είναι μία σμικρογραφία του απολύτου Άγιου και της πρώτης πηγής και της αγιότητος, του Τριαδικού Θεού μας; Όπως για να πλησιάσωμε σωστικά τον Κύριο, τον εν αγίοις αναπαυόμενον, χρειάζεται να έχωμε στην ψυχή μας τον αγνόν φόβον Του, διότι είναι πύρ καταναλίσκον, μπροστά στην αίσθησι του Οποίου και ο Αβραάμ και ο Ησαΐας και ο Ιώβ εδειλίασαν σφόδρα, κατά τον ίδιο τρόπο μία απρόσεκτη και ασεβής προσέγγισις ενός Αγίου ανθρώπου μπορεί να αποβή θανατηφόρος πνευματικώς εγγισμός, όπως αυτός της Κιβωτού της Διαθήκης από τον γνωστό Οζά κατά την πανηγυρική επαναμεταφορά της στην Σιών.
Αντί, λοιπόν, να ψάχνωμε φιλοπερίεργα για Αγίους, προτιμότερο είναι αλλά και ασφαλέστερο, να πλησιάζωμε στα μυστήρια οίτης Αγίας Εκκλησίας μας εν ταπεινώσει και αισθήσει της παναναξιότητός μας και να ζητούμε αδιαλείπτως το μέγα έλεος του Κυρίου, που διαχρονικώς μας προστάσσει «Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος Κύριος ο Θέος». Μ΄αυτό τον τρόπο και οι σύγχρονοι Άγιοι Πατέρες Τον πλησίασαν και έγιναν φωστήρες λάμψαντες και έως αιώνων μέλλοντες να λάμπουν στο νοητό στερέωμα της Εκκλησίας. Ζώντες εν σώματι υπήρξαν γνήσιοι φίλοι του Θεού και στήριξαν και παρεκάλεσαν πλήθη λαού του Κυρίου. Τώρα από τους ουρανούς κατεβάζουν σύννεφα θείων δωρεών στους πιστούς με τα ποικίλα θαύματα που επιτελούν καθημερινά σε όσους προσπίπτουν και ζητούν τις ευεργετικές ικεσίες τους προς τον Κύριο ή μελετούν τις θαυμαστές βιογραφίες τους.
Εν τέλει και ο Γέρων Ιωσήφ ο ησυχαστής και ο Αμφιλόχιος της Πάτμου και ο Φιλόθεος της Πάρου και ο Γεώργιος της Σίψας και ο Ιερώνυμος της Αναλήψεως και ο Γερβάσιος των Πατρών και ο Επιφάνιος των Αθηνών και ο Πορφύριος των Καυσοκαλυβίων και ο Εφραίμ Κατουνακιώτης και ο Παΐσιος της Παναγούδας και ο Ιάκωβος του Οσίου Δαβίδ και ο Σωφρόνιος του Έσσεξ και ο παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης και ο Δαμασκηνός του Μακρυνού και ο Γαβριήλ Διονυσιάτης και ο Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης και ο Αρσένιος και ο παπα-Χαράλαμπος του γερο-Ιωσήφ και ο Γέροντας Ιουστίνος* του Τσέλιγιε ή ο γερο-Κλεόπας της Ησυχαστρίας και ει τι έτερος… Όλοι υπήρξαν και είναι Άγιοι και μεγάλοι, αλλά κανείς δεν μοιάζει με κάποιον άλλον. Ο καθένάς έχει το προσωπικό του χρώμα στον άγιο βίο του. Αυτή είναι η αριστοκρατία του Τρισαγίου Θεού μας!
Μας σέβεται εις το έπακρον και μας αγιάζει ολοτελώς, όταν παραδοθούμε ταπεινά και χωρίς κρατούμενα στο θέλημά Του, μή περιμένοντας οποιονδήποτε δουλικό μισθό για τα «κατορθώματά» μας, ούτε φωτοστέφανο δόξης και αγιότητος, παρά μόνον εκζητούντες με τελωνικό αίσθημα μετανοίας και συντριβής το μέγα και πλούσιον έλεος της φιλανθρωπίας Του, όπως έκαναν και όλοι οι φανεροί και αφανείς Άγιοι της Εκκλησίας μας, ων ταις ευχαίς ελεήσαι και σώσαι ημάς Κύριος ο Θεός. Αμήν.
( Πηγή: Περιοδικό Σύναξη, Τεύχος 102, σελ. 45-50, Απρίλιος-Ιούνιος 2007 )