– Γέροντα, όταν οί Πατέρες λένε ότι μετάνοια είναι νά άποφασίση κανείς νά μήν
ξανακάνη τά προηγούμενα αμαρτήματα καί νά λυπάται γι’ αυτά, σημαίνει ότι διαρκώς πρέπει νά τά Θυμάται;
– Όχι, δέν θυμάται κάθε αμαρτία χωριστά, άλλά έχει συνέχεια τήν συναίσθηση της άμαρτωλότητός του. Μέχρις ενός σημείου πρέπει νά σκέφτεται κανείς ένα σφάλμα του καί ύστερα νά ζητά ταπεινά τό έλεος του Θεού καί, άν δέν ύπάρχη υπερηφάνεια, ό Θεός θά βοηθήση. Ιδίως όταν κάποιος είναι ευαίσθητος, καλύτερα είναι νά ξεχνά παλιές αμαρτίες του, αφού έχουν τακτοποιηθή μέ τήν μετάνοια καί τήν εξομολόγηση. Μπορεί τό ταγκαλάκι νά του θυμίζη παλιές του αμαρτίες καί νά τόν ζαλίζη μέ λογισμούς, γιά νά τού τρώη τήν ώρα καί νά τόν περισπά άπό τήν προσευχή. Ένας όμως πού δέν είναι ευαίσθητος καί βλέπει νά γεννιέται μέσα του υπερηφάνεια, τότε καλά είναι νά φέρνη στον νοΰ του τις αμαρτίες του, γιά νά ταπεινώνεται.
– Γέροντα, μπορεί κάποιος νά έχη συναίσθηση της άμαρτωλότητός του καί νά μήν έχη μετάνοια;
– Ναί, άν δέν έχη ταπείνωση. Όταν στήν μετάνοια ανακατεύεται ό εγωισμός, συνέχεια ό άνθρωπος σκέφτεται: πώς τό έκανα αυτό, πώς τό είδαν οί άλλοι, τί ιδέα θά σχηματίσουν;, καί βασανίζεται. Τό πώς τό έκανα πάλι καί τό πώς κατήντησα έχει εγωισμό δέν έχει μετάνοια. Πρέπει νά καταλάβη ότι έσφαλε καί νά ζητήση ταπεινά τό έλεος του Θεού. Θεέ μου, νά πή, έσφαλα, συγχώρεσε με. Τέτοιος παλιάνθρωπος είμαι. Λυπήσου με. Αν δέν μέ βοηθήσης, χειρότερος μπορώ νά γίνω, καλύτερος δέν μπορώ νά γίνω. Μόνος μου δέν πρόκειται νά διορθωθώ, και νά προσπαθήση νά μήν τό ξανακάνη. Πολλοί άνθρωποι πού έσφαλαν και πόνεσαν, γιατί πλήγωσαν τόν Θεό και όχι γιατί ξέπεσαν στά μάτια τών ανθρώπων, άγιασαν. Όταν κάποιος ζή κοσμικά και κόβη μετά τις σχέσεις του μέ τό κοσμικό πνεύμα, έλκεται πολλές φορές άπό αυτό, χωρίς νά τό θέλη. Δέν πρέπει όμως νά απογοητεύεται. Νομίζω, σ’ αυτήν τήν περίπτωση, πρόοδος είναι και τό ότι αρχίζει ή καλή ανησυχία, πού ελέγχει τήν ψυχή γιά τά σφάλματα πού έκανε και γιά ό, τι έπρεπε νά κάνη, άλλά δέν έκανε. Σιγά-σιγά γίνεται μιά πάλη, ταπεινώνεται ακουσίως ό άνθρωπος και απελπίζεται μέ τήν καλή απελπισία, δηλαδή απελπίζεται άπό τό έγώ του. Τότε όλα τά αποδίδει στήν Χάρη τού Θεού και πιστεύει αληθινά εκείνο πού είπε ό Κύριος: Χωρίς έμου ου δύνασθε ποιεΐν ουδέν. Αν στήν συνέχεια άγωνισθή φιλότιμα, μέ πολλή ταπείνωση, ελπίζοντας στήν παντοδυναμία τού Θεού, ό Καλός Θεός θά τόν έλεήση.