Ο Καλός Θεός έδωσε στους Πρωτοπλάστους την συνείδηση, τον πρώτο θειο νόμο. Την χάραξε βαθιά στις καρδιές τους και από τότε ό κάθε άνθρωπος την παίρνει κληρονομιά από τους γονείς του καί, όταν δέν ενεργή σωστά, αύτη δουλεύει μέσα του, τον ελέγχει καί τον οδηγεί στην μετάνοια. Πρέπει όμως ό άνθρωπος νά κάνη σωστή πνευματική εργασία καί νά μελετάη τήν συνείδηση του, γιά νά μπορή νά άκούη πάντοτε τήν φωνή της. Εάν δέν τήν μελετάη, δέν θά ώφεληθή ούτε από πνευματικές μελέτες ούτε από συμβουλές αγίων Γερόντων, άλλα ούτε καί τις εντολές του Θεού δέν θά μπόρεση νά τηρήση.
– Μπορεί, Γέροντα, ό άνθρωπος νά μήν πιάνη καθόλου τον εαυτό του καί νά μή βλέπη ότι βαδίζει λανθασμένα;
– Όταν ό άνθρωπος δέν παρακολουθή τον εαυτό του καί δέν ξεσκονίζη τήν συνείδηση του, ή συνείδηση του πιάνει σιγά-σιγά πουρί καί γίνεται αναίσθητος. Άμαρτάνει καί είναι σάν νά μή συμβαίνη τίποτε.
– Γέροντα, νά μας λέγατε κάτι γιά τήν επιμέλεια της συνειδήσεως.
– Ό άνθρωπος, για να είναι σίγουρος ότι αυτό πού κάνει είναι αυτό πού του λέει ή συνείδηση του, πρέπει νά παρακολουθη τον εαυτό του και νά τον εκθέτη στον πνευματικό του. Γιατί μπορεί νά εχη καταπατήσει την συνείδηση του και νά νομίζη ότι πάει καλά. Η νά εχη φτιάξει λανθασμένη συνείδηση καί, ενώ έχει κάνει έγκλημα, νά νομίζη ότι έκανε ευεργεσία. Η, ακόμη, νά εχη κάνει την συνείδηση του υπερευαίσθητη καί νά πάθη ζημιά.
– Γέροντα, κατακρίνω εσωτερικά, χωρίς νά ύπάρχη ό ανάλογος έλεγχος. Μήπως έχω άναισθητοποιηθή καί γι' αυτό δεν ελέγχομαι;
– Θέλει πολλή προσοχή. Βλέπεις, όταν κάνη κανείς μιά αμαρτία γιά πρώτη φορά, νιώθει κάποιον έλεγχο, στενοχωριέται. Αν τήν έπαναλάβη γιά δεύτερη φορά, νιώθει λιγώτερο έλεγχο καί, αν δεν προσέξη καί συνέχιση νά άμαρτάνη, πωρώνεται ή συνείδηση του. Μερικοί, όταν λ.χ. τους κάνης παρατήρηση γιά κάποιο σφάλμα τους, αλλάζουν θέμα, γιά νά μήν τους πειράζη ή συνείδηση καί στενοχωριούνται, σάν τους Ινδούς πού κάνουν νιρβάνα. Ένας νεαρός, εκεί στά Ιμαλάια, σκότωσε πέντε Ιταλούς ορειβάτες καί, αφού τους έθαψε, άρχισε νά κάνη αυτοσυγκέντρωση. Κάθησε κάτω καί έλεγε δύο ώρες ξύλο-ξύλο…, γιά νά βγή στο κενό, νά ξεχάση καί νά μήν τον πειράζη ό λογισμός. Ας πούμε ότι μαλώνω τώρα μιά αδελφή, γιατί έκανε μιά αταξία. Αν αυτή ή αδελφή δεν κάνη σωστή πνευματική εργασία καί δεν κοιτάη πώς νά διορθωθή, μπορεί εκείνη τήν ώρα νά μου πή: σήμερα θά σημάνουμε γιά εσπερινό νωρίτερα…, γιά νά άλλα ξη θέμα. Μετά ό διάβολος θά τήν μπερδέψη και να της πή: Μήν ανήσυχης αυτό το έκανες, γιά νά μή στενοχωριέται ό Γέροντας. Της το δικαιολογεί καί ό διάβολος! Δεν λέει: το έκανα, γιά νά καταπατήσω τήν συνείδηση μου, άλλα λέει: το έκανα, γιά νά μή στενοχωρηθή ό Γέροντας! Είδατε τί κάνει το ταγκαλάκι; Λεπτή εργασία! Γυρίζει το κουμπί σέ άλλη συχνότητα, γιά νά μή δούμε το σφάλμα μας.
– Μπορεί, Γέροντα, κανείς νά πιάνη λεπτομέρειες καί τά χονδρά σφάλματα νά μήν τά πιάνη;
-Πώς δεν μπορεί! Μιά φορά ένας γνωστός μου πνευματικός μου διηγήθηκε το έξης περιστατικό: Μιά γυναίκα, όταν πήγε νά έξομολογηθή, έκλαιγε συνέχεια καί έλεγε: Δέν ήθελα νά τήν σκοτώσω. Κοίταξε, της είπε ό πνευματικός, αν ύπάρχη μετάνοια, ό Θεός συγχωρεί συγχώρεσε τον Δαβίδ. Ναί, άλλα δέν το ήθελα, έλεγε εκείνη. Καλά, πώς έγινε καί τήν σκότωσες;, τήν ρώτησε ό πνευματικός. Νά, καθώς ξεσκόνιζα, τήν χτύπησα μέ τήν πετσέτα καί τήν σκότωσα τήν μύγα. Δέν το ήθελα! Έν τω μεταξύ αυτή κορόιδευε τον άνδρα της, είχε εγκαταλείψει τά παιδιά της, είχε διαλύσει το σπίτι της καί γύριζε στους δρόμους, καί αυτά τά ανέφερε σάν νά μή συνέβαινε τίποτε. Γι' αυτά χρειάζεται κανόνας, τής λέει ό πνευματικός. Καί γιατί χρειάζεται γι' αυτά κανόνας;, λέει στον πνευματικό. Έμ, πώς νά βοηθηθή αυτή;