-Θεοτόκος

«Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου»

Η Παναγία έχει κεντρική θέση στην θεία Λατρεία. Το εκκλησιαστικό έτος πλαισιώνεται με θεομητορικές εορτές· αρχίζει με το «Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου», ενώ τελειώνει με την «Κατάθεσιν της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου».

Αιτία πνευματικής χαράς και αγαλλιάσεως, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, είναι η σημερινή ημέρα, γιατί σήμερα εορτάζομε την γέννηση της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, του ευωδεστάτου άνθους που βλάστησε «εκ της ρίζης Ιεσσαί». Εορτάζομε «παγκοσμίου ευφροσύνης γενέθλιον», που καθίσταται «η είσοδος όλων των εορτών και το προοίμιο του μυστηρίου του Χριστού», κατά τον άγιο Ανδρέα Κρήτης. Γέννηση, που έγινε πρόξενος της αναγεννήσεως, αναπλάσεως και ανακαινίσεως των πάντων. Σήμερα γεννιέται Αυτή που θα γεννήσει εν χρόνω, κατά ανερμήνευτο και παράδοξο τρόπο, τον άχρονο και προαιώνιο Θεό Λόγο, τον Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.

Ολόκληρο πλήθος από προεικονίσεις, προτυπώσεις και προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης σε Αυτήν αναφέρονται. Αποτελεί την αποκορύφωση, την ολοκλήρωση της παλαιοδιαθηκικής παιδαγωγικής προετοιμασίας της ανθρωπότητος για την υποδοχή του σαρκωθέντος Σωτήρος Θεού. Την Παναγία μας προεικόνιζαν η άφλεκτος βάτος στο όραμα του Μωυσή, οι θεόγραφες πλάκες και η κιβωτός του Νόμου, το ουράνιο μάννα και η χρυσή στάμνα, η λυχνία και η τράπεζα, η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα, η κλίμακα του Ιακώβ, ο πόκος του Γεδεών, το αλατόμητον όρος του Δανιήλ, η κάμινος που με το πυρ δρόσιζε τους Τρεις Παίδες, αλλά και αυτά τα Αγια των Αγίων της σκηνής του μαρτυρίου. Η Θεοτόκος είναι το μεταίχμιο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Για την Παλαιά αποτελούσε το κήρυγμα των προφητών, την προσδοκία των δικαίων· ενώ για την Καινή Διαθήκη γίνεται ο γλυκασμός των αγγέλων, η δόξα των αποστόλων, το θάρρος των μαρτύρων, το εντρύφημα των οσίων, το καύχημα του ανθρωπίνου γένους, γι’ αυτό και μακαρίζεται από «πάσα γενεά».

Ολη η δημιουργία περίμενε την γέννησή της. Η Παναγία μας είναι «ο καρπός των κτισμάτων» κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, δηλαδή το σημείο εκείνο στο οποίο κατατείνει ολόκληρη η κτίση. Οπως το δένδρο υπάρχει για τον καρπό, έτσι η κτίση υπάρχει για την Παρθένο και η Παρθένος για τον Χριστό. Οπως τονίζουν οι Πατέρες όχι μόνον οι άνθρωποι, αλλά και ο ουρανός και η γη, όλη η ορατή και αόρατη κτίση δημιουργήθηκαν για την άχραντο Παρθένο. Οταν ο Θεός στην αρχή των αιώνων ατενίζοντας προς τα δημιουργήματά του, είπε ότι είναι «καλά λίαν», ουσιαστικά έβλεπε μπροστά του τον καρπό όλης της δημιουργίας, την υπεραγία Θεοτόκο, και ο έπαινός του ήταν στην πραγματικότητα «ευφημία της Παρθένου».

Κατά την σημερινή ημέρα ευεργετείται όλη η κτίση από την γέννηση της πανάμωμης Δέσποινάς μας. «Το καινότατον αυτό δημιούργημα» δεν ήταν απλά η καλύτερη γυναίκα στην γη, ούτε η καλύτερη γυναίκα όλων των εποχών, αλλά ήταν Αυτή η μοναδική που θα μπορούσε να κατεβάσει τον ουρανό στην γη, να κάνει τον Θεό άνθρωπο. Ο δημιουργός Θεός Λόγος έπλασε τέτοια την ανθρώπινη φύση, ώστε όταν θα χρειαζόταν να γεννηθεί, να λάβει από αυτήν την μητέρα του. Ο αόρατος και αθέατος Θεός έρχεται δι’ Αυτής επί γης και γίνεται ορατός· ενώνεται και κοινωνεί με την κτίση με έναν ουσιαστικότερο και πιο ενοειδή τρόπο. Ενώνει δια της ανθρωπίνης φύσεώς του όλη την κτίση στην υπόστασή του και την θεώνει. Ο ανείδεος και απερίγραπτος Θεός λαμβάνει «δούλου μορφήν» (Φιλιπ. 2, 7), ανθρώπινη σάρκα και λογική ψυχή, συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και περπατά πάνω στην γη. Ο «αχώρητος παντί» θα χωρέσει στην παρθενική μήτρα της Θεοτόκου, ώστε η Παναγία μητέρα του να καταστεί η «χώρα του Αχωρήτου».

Σήμερα λύνεται η στειρότητα της Αννας και γεννάται «το κειμήλιον της Οικουμένης», κατά την έκφραση του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Παρόμοιο θαύμα έκανε ο Θεός πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη στην Σάρρα την σύζυγο του πατριάρχου Αβραάμ, στην Ρεβέκκα την σύζυγο του Ισαάκ, στην Αννα την μητέρα του προφήτου Σαμουήλ, στην Ελισάβετ την μητέρα του προφήτου Προδρόμου. Ομως διαφέρει κατά πολύ το σημερινό θαύμα. Μπορεί τα τέκνα των παραπάνω μητέρων, των οποίων η μακροχρόνια στειρότητα λύθηκε θαυματουργικά, να ήταν ενάρετα και άγια, αλλά μόνον η Μαρία -το τέκνο της Αννας και του Ιωακείμ- ήταν «η κεχαριτωμένη» και κατέστη -το ακατάληπτο για τους ανθρώπους και τους αγγέλους- η μητέρα του Θεού.

Η Παναγία μας δεν γεννήθηκε από άσπιλη υπερφυσική σύλληψη, όπως λανθασμένα πιστεύουν οι Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά μετά από την φυσική συνάφεια του Ιωακείμ και της Αννας. Λύθηκε δε η φυσική στειρότητα της Αννας χάρις στην άμεση παρέμβαση του Θεού ως απάντηση στις προσευχές των δικαίων Θεοπατόρων. Οι γέροντες Ιωακείμ και Αννα συνήλθαν χωρίς καμμία σαρκική έλξη, ηδονή, αλλά μόνο από υπακοή στον Θεό. Επεσφράγισαν και με αυτήν την πράξη τους την σωφροσύνη τους. Κατά αυτόν τον τρόπο η Παρθένος συνελήφθη «σωφρόνως εν τη νηδύι της Αννας εξ Ιωακείμ». Το ότι συνελήφθη σωφρόνως σημαίνει ότι ο τρόπος της συλλήψεως ήταν αγνός. Για να ήταν όμως η Παρθένος απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα, δηλαδή να είχε άσπιλη σύλληψη, έπρεπε να είχε γεννηθεί παρθενικώς όπως και ο Χριστός.

Για να αποκτήσουν όμως τέτοιο τέκνο οι δίκαιοι Θεοπάτορες έδειξαν πίστη αδίστακτη, υπομονή αλύγιστη, έτρεφαν την ελπίδα που δεν καταισχύνει, είχαν μεγάλη καρτερία στις προσευχές τους· ότι ο Θεός θα εκπληρώσει το αίτημά τους. Και δεν υπόμειναν την ατεκνία τους για λίγο μόνο διάστημα. Η παράδοση λέγει ότι μετά από πενήντα χρόνια στειρότητας απέκτησε η Αννα την Θεοτόκο. Αυτή η στάση των Θεοπατόρων πρέπει να παραδειγματίζει, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, όλους μας. Οχι μόνον όσους λαϊκούς αδελφούς μας δεν μπορούν να αποκτήσουν παιδιά, οι οποίοι δεν πρέπει να χάνουν την ελπίδα τους στον Θεό για τον οποίο «τα αδύνατα τοις ανθρώποις, δυνατά παρά Αυτώ εστιν» (βλ. Λουκ. 18, 27), αλλά και εμάς τους μοναχούς και όλους τους πιστούς που αγωνίζονται τον «καλόν αγώνα».

Πολλές φορές αποδυσπετούμε, δυσφορούμε στον αγώνα μας και λέμε ότι δεν βρήκαμε αντίκρυσμα, δεν έχουμε αίσθηση της Χάριτος, αδημονούμε. Και έτσι λυπημένοι που είμαστε, μαραίνεται ο ζήλος μας, χαλαρώνουμε την αγωνιστικότητά μας, την άσκησή μας.

Δεν πρέπει όμως να κάνομε έτσι, αδελφοί μου. Μήπως οι Θεοπάτορες επειδή ο Θεός δεν απάντησε αμέσως στις προσευχές τους σταμάτησαν να τον επικαλούνται, να πιστεύουν ότι θα λάβουν; Μήπως σταμάτησαν να κρούουν, να ζητούν, να ελπίζουν; Τι αδαμάντινη υπομονή και καρτερία έδειξαν για τόσα χρόνια!

Για να βιωθούν τα πνευματικά «χρεία μεγάλης υπομονής». Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος έζησε την συστολή, την στέρηση της θείας Χάριτος, τις θλίψεις του νοητού πολέμου για τριάντα χρόνια. Ελαβε μόνιμα την θεία Χάρη μετά από αυτό το μακρό χρονικό διάστημα αιματηρού αγώνα και υπομονής. Αυτό το αναφέρουμε ιδιαίτερα για εμάς τους μοναχούς, που κληθήκαμε για να λάβουμε το πλήρωμα της Χάριτος. Χρειάζεται υπομονή στις θλίψεις, πίστη στις επαγγελίες του Θεού, τέλεια υπακοή στο θέλημα του Θεού και ελπίδα, ώστε να μην «εκκακούμε εν ταις προσευχαίς» (βλ. Λουκ. 18, 1). Ο Θεός γνωρίζει πότε μας συμφέρει να μας δώσει την ανέκφραστη, την ακατάληπτη και ανεκτίμητη θεοποιό δωρεά του, την θεία Χάριν ως ενδημούσα κατάσταση. «Τα πνευματικά αφ’ εαυτών έρχονται», τονίζει ο αββάς Ησαΐας, δεν τα ρυθμίζομε όπως και όποτε θέλομε εμείς.

Μάλιστα, πολλές φορές, πριν ο Θεός μας δώσει κάποια ευλογία, ένα χάρισμα, μας δοκιμάζει με έναν πειρασμό, του οποίου η έκβαση καθορίζει και το αν αποδειχθούμε άξιοι να δεχθούμε το θείο αυτό δώρο. Αυτό παρατηρούμε και στους Θεοπάτορες, που όταν πλησίαζε ο καιρός για να τους δώσει ο Θεός τέκνο, παραχώρησε να δοκιμασθούν ακόμη περισσότερο. Ηταν η εορτή της Σκηνοπηγίας, και όταν πήγαν στον ναό να προσφέρουν δώρα, ο ιερεύς Ρουβίμ τους ονείδισε λέγοντάς τους, ότι δεν ήταν άξιοι να προσφέρουν δώρα στον Θεό, αφού δεν έκαναν παιδιά για τον Ισραήλ. Οι Θεοπάτορες μετά από αυτό το συμβάν λυπήθηκαν πάρα πολύ, αλλά δεν απελπίσθηκαν. Κατέφυγαν σε «εκ βαθέων προσευχή» -ο Ιωακείμ στο όρος και η Αννα στον κήπο- η οποία τελικά εισακούστηκε άμεσα, αφού άγγελος Κυρίου πληροφόρησε καθέναν ξεχωριστά ότι θα γίνει η σύλληψη και η γέννηση τέκνου που θα διακηρυχθεί σε όλη την οικουμένη.

Ετσι και εμείς, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, να επιδεικνύουμε αγόγγυστη υπομονή στις θλίψεις και στους πειρασμούς, που παραχωρεί ο Θεός για την δική μας ωφέλεια και πνευματική προκοπή. Ευχόμεθα η Κυρία μας Θεοτόκος και η Θεοπρομήτωρ Αννα, που έχουν την ευλογία να θεραπεύουν την φυσική στειρότητα, να θεραπεύσουν τις στείρες από πνευματικά έργα καρδιές μας, ώστε ο Θεός να πέμψει στις ψυχές μας την θεία και γλυκυτάτη Χάρη του, η οποία ομορφαίνει, ανακαινίζει, αθανατίζει, αφθαρτίζει τον άνθρωπο.

(Πηγή: Περιοδικό : Πεμπτουσία τεύχος 21 – άρθρο)

About the author

Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης