-Γέροντες της εποχής μας

Άγιος Παΐσιος: Περιφρόνηση στους βλάσφημους λογισμούς

– Γέροντα, ό Άββάς Ισαάκ λέει ότι νικάμε τά πάθη ­διά της ταπεινώσεως, και όχι διά της περιφρονήσεως. Ή περιφρόνηση ενός πάθους και ή περιφρόνηση των βλάσφημων λογισμών είναι το ίδιο;
– Όχι, ή περιφρόνηση ενός πάθους έχει υπερηφάνεια, αυτοπεποίθηση καί, το χειρότερο, δικαιολογία. Δικαιολογείς δηλαδή τον εαυτό σου καί δέν δέχεσαι το πάθος σου. Είναι σαν νά λές: δέν είναι δικό μου αυτό το πάθος, δέν έχει σχέση μ’ εμένα, και δέν αγωνίζεσαι νά απαλλαγής από αυτό. Τους βλάσφημους λογισμούς όμως πρέπει νά τους περιφρονούμε, γιατί, όπως είπα, δέν είναι δικοί μας, άλλα του διαβόλου.
– Όταν υποκρίνεται κανείς μπροστά στους άλλους ότι έχει ένα πάθος, π.χ. όταν κάνη τον γαστρίμαργο, εμπαίζει τον διάβολο;
-Τότε υποκρίνεται μέ τήν καλή υποκρισία δέν είναι ότι εμπαίζει τον διάβολο. Εμπαίζεις τον διάβολο, όταν σού φέρνη βλάσφημους λογισμούς κι εσύ ψάλλεις.
– Γέροντα, πώς νά διώξω έναν βλάσφημο λογισμό τήν ώρα της ακολουθίας;
– Μέ τήν ψαλτική. ­Ανοίξω το στόμα μου…. Δέν ξέρεις μουσικά; Νά μήν τόν ξεσκαλίζης. Περιφρόνησε τον. Όταν συζητάη κανείς τέτοιους λογισμούς τήν ώρα της προσευχής, είναι σάν νά ξεσκαλίζη ό στρατιώτης μιά χειροβομβίδα τήν ώρα πού δίνει αναφορά.
– Καί αν έπιμένη;
– Άν έπιμένη,   νά ξέρης ότι κάπου  μέσα σου έχει ένα στέκι. Τέλεια λύση: ή περιφρόνηση στον διάβολο, διότι αυτός κάνει το φροντιστήριο τής πονηριάς. Καλύτερα εκείνη τήν ώρα νά μή λέμε ούτε τήν ευχή, γιατί δείχνουμε ότι μας απασχολεί το θέμα, καί ο διάβολος στοχεύει στο αδύνατο  σημείο  καί  μας  βομβαρδίζει  συνέχεια  μέ  βλάσφημους  λογισμούς.  Καλύτερα  νά ψέλνουμε. Βλέπεις, καί τά μικρά παιδιά, όταν θέλουν νά περιφρονήσουν κάποιο παιδί πού τα μιλάει, λένε τραλαλά, τραγουδάνε. Το ίδιο νά κάνουμε καί εμείς στον διάβολο. Θά ψέλνουμε όμως,   δεν  θα  τραγουδάμε.  Ή  ψαλμωδία  είναι  προσευχή  στον  Θεό,   αλλά  καί  περιφρόνηση  στον διάβολο. Όποτε, την τρώει καί από ‘δώ ό πονηρός, τήν τρώει καί από ‘κεί, καί θά σκάση.

– Όταν είμαι έτσι, Γέροντα, δεν μπορώ νά ψάλλω, δυσκολεύομαι ακόμη καί νά πάω νά κοινωνήσω.
– Αυτό  είναι  πολύ  επικίνδυνο!  Σου  κάνει  αποκλεισμό  το  ταγκαλάκι!  Νά  πηγαίνης  νά ψάλλης,   νά  κοινωνάς,   γιατί  δεν  είναι  δικοί  σου  αυτοί  οί  λογισμοί.  Μόνο  σ’  αυτό  νά  μου κάνης υπακοή νά ψάλλης ενα ­Άξιον εστίν, γιά νά πάρη τά ναύλα του το ταγκαλάκι καί νά φύγη.  Δεν  σου  είχα  πει  γιά  ενα  καλογέρι;  Είχε  έρθει  δώδεκα  χρόνων  στο  Άγιον  Όρος.  Ήταν ορφανό, είχε χάσει τήν στοργή άπό τήν σαρκική του μάνα καί είχε δώσει όλη του τήν αγάπη στην Παναγία. Τήν αισθανόταν σάν μάνα του. Νά έβλεπες με τί ευλάβεια προσκυνούσε τις εικόνες!  Ύστερα  ό  πειρασμός  εκμεταλλεύτηκε  αυτήν  τήν  αγάπη  καί  τού  έφερε  βλάσφημους λογισμούς. Το καημένο δεν πήγαινε ούτε νά προσκύνηση τις εικόνες. Το έμαθε ό Γέροντας του, το πήρε  άπό  το  χέρι  καί  το  έβαλε  νά  άσπασθή  τήν  εικόνα  της  Παναγίας  καί  τού  Χριστού  στο πρόσωπο, στά χέρια, καί αμέσως  ό  διάβολος  έφυγε.  Είναι  κατά  κάποιον  τρόπο  αναίδεια νά άσπασθής στο πρόσωπο τήν Παναγία καί τον Χριστό,   άλλα  αυτό  το  έκανε  ο Γέροντας,   γιά  νά διώξη τους λογισμούς πού είχε το καλογέρι.

 

(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Γ’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ)

About the author

Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης