– Γέροντα, αγωνιώ, όταν έχω νά τακτοποιήσω ένα πρόβλημα, καί δέν μπορώ νά κοιμηθώ.
– Σ’ εσένα το βασικό πρόβλημα είναι οί πολλοί λογισμοί. Άν δέν είχες αυτούς τους πολλούς λογισμούς, θά μπορούσες νά άποδώσης πολύ περισσότερα καί στην διακονία σου καί στά πνευματικά σου. Άκου έναν τρόπο, γιά νά άποφεύγης τους πολλούς λογισμούς:
Όταν σου έρχεται στον νού κάτι πού πρόκειται π.χ. νά κάνης αύριο, να λες στον λογισμό σου: Αύτη ή δουλειά δεν είναι γιά σήμερα θά την σκεφθώ αύριο. Επίσης, όταν είναι νά άποφασίσης γιά κάτι, μην ταλαιπωρήσαι με την σκέψη νά βρής το καλύτερο και αναβάλλεις συνέχεια. Διάλεξε κάτι και προχώρα. Άφησε έπειτα τόν Θεό νά φροντίση γιά τά παραπέρα. Προσπάθησε νά άποφεύγης την σχολαστικότητα, γιά νά μή ζαλίζης το μυαλό σου. Νά κάνης ό, τι μπορείς-μέ φιλότιμο και νά κινήσαι απλά και με μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό. Τόν υποχρεώνουμε, κατά κάποιον τρόπο, τόν Θεό νά βοηθήση, όταν αναθέτουμε το μέλλον και τις ελπίδες μας σ’ Αυτόν. Μέ τους πολλούς λογισμούς κι ένας υγιής άνθρωπος αχρηστεύεται. Ένας πού πάσχει και υποφέρει, είναι δικαιολογημένος, αν στενοχωριέται. Ένας όμως πού έχει τήν υγεία του και ζαλίζεται καί υποφέρει από αριστερούς λογισμούς, αυτός είναι γιά δέσιμο! Νά είναι μιά χαρά καί νά βασανίζεται μέ τους λογισμούς του!
Στην εποχή μας ή μεγαλύτερη αρρώστια είναι οι μάταιοι λογισμοί των κοσμικών ανθρώπων. Οι άνθρωποι όλα μπορεί νά τά έχουν εκτός άπό καλούς λογισμούς. Ταλαιπωρούνται, γιατί δεν αντιμετωπίζουν τά πράγματα πνευματικά. Π.χ. ξεκινάει κανείς νά πάη κάπου, παθαίνει μιά μικρή βλάβη ή μηχανή τού αυτοκινήτου του, καί καθυστερεί λίγο νά φθάση στον προορισμό του. Άν εχη καλό λογισμό, θά πή: Φαίνεται, ό Καλός Θεός έφερε αυτό το εμπόδιο, γιατί ϊσως θά πάθαινα κάποιο ατύχημα, άν δεν είχα αυτήν τήν καθυστέρηση. Πώς νά Σέ ευχαριστήσω, Θεέ μου, γι’ αυτό;, καί δοξάζει τόν Θεό. Ένώ, άν δεν εχη καλό λογισμό, δεν θά αντιμετώπιση πνευματικά τήν κατάσταση, θά τά βάλη μέ τόν Θεό καί θά βρίζη: Νά, θά πήγαινα νωρίτερα, άργησα, τί αναποδιά! Καί Αυτός ό Θεός… Ό άνθρωπος, όταν δέχεται ό, τι τού συμβαίνει μέ δεξιό λογισμό, βοηθιέται. Ένώ, όταν δουλεύη αριστερά, βασανίζεται, λειώνει, παλαβώνει. Μιά φορά, πριν άπό χρόνια, μπήκαμε σε ένα φορτηγό πού είχε γιά καθίσματα κάτι σανίδες, γιά νά έρθουμε από την Ούρανούπολη στην Θεσσαλονίκη. Μέσα ήταν άνω-κάτω βαλίτσες, πορτοκάλια, ψάρια, βρώμικα καφάσια από ψάρια πού τά επέστρεφαν, παιδιά από την Άθωνιάδα, άλλα καθιστά, άλλα
όρθια, καλόγεροι, λαϊκοί… Ενας λαϊκός ήρθε και κάθησε δίπλα μου. Ήταν και χονδρός καί, επειδή κάπως στρυμώχθηκε, έβαλε τις φωνές: Τί κατάσταση είναι αυτή!. Πιο εκεί ήταν ένας μοναχός πού, ό φουκαράς, ήταν κουκουλωμένος μέχρι επάνω άπό τά καφάσια καί μόνον το κεφάλι του είχε εξω. Έν τω μεταξύ, όπως κουνιόταν το φορτηγό – ό δρόμος ήταν ένας καρρόδρομος χαλασμένος -, έπεφταν τά στοιβαγμένα καφάσια καί ό καημένος προσπαθούσε νά τά πετάη άριστερά-δεξιά μέ τά χέρια του, γιά νά μήν τον χτυπήσουν στο κεφάλι. Καί ό άλλος φώναζε, επειδή καθόταν λίγο στρυμωχτα. Δεν βλέπεις, τού λέω, εκείνος πώς είναι, κι εσύ φωνάζεις;. Ρωτάω καί τον μοναχό: Πώς τά περνάς, πάτερ;. Κι εκείνος χαμογελώντας μού λέει: Άπό τήν κόλαση, Γέροντα, καλύτερα είναι εδώ! Ό ένας βασανιζόταν, άν καί καθόταν, καί ό άλλος χαιρόταν, παρόλο πού τά καφάσια κόντευαν νά τον κουκουλώσουν. Καί είχαμε δυο ώρες δρόμο δέν ήταν καί κοντά. Ό νους τού λαϊκού γύριζε στην άνεση πού θά είχε, αν ταξίδευε μέ λεωφορείο, καί πήγαινε νά σκάση, ενώ ό μοναχός σκεφτόταν τήν στενοχώρια πού θά είχε, άν βρισκόταν στην κόλαση, καί ένιωθε χαρά.
Σκέφθηκε: Σε δυο ώρες θά φθάσουμε καί θά κατεβούμε, ενώ οι καημένοι στην κόλαση ταλαιπωρούνται αιώνια. Ύστερα έκεϊ δέν έχει καφάσια, κόσμο κ.λπ., άλλα είναι κόλαση. Δόξα Σοι ό Θεός, εδώ είμαι καλύτερα.
– Πού οφείλεται, Γέροντα, ή διαφορά εμπιστοσύνης λ.χ. δύο υποτακτικών προς τον Γέροντα τους;
– Στον λογισμό. Μπορεί κανείς νά εχη χαλασμένο λογισμό γιά οτιδήποτε καί γιά οποιονδήποτε. Άν ό άνθρωπος δέν εχη καλό λογισμό και δέν βγάζη τόν εαυτό του άπό τις ενέργειες του – αν ενεργή δηλαδή με ιδιοτέλεια -, δέν βοηθιέται ούτε και άπό έναν Άγιο. Όχι άγιο Γέροντα ή άγια Γερόντισσα νά εχη, όχι τόν Άγιο Αντώνιο νά είχε Γέροντα, αλλά και όλους τους Άγιους, δέν μπορεί νά βοηθηθη. Ούτε ό ίδιος ό Θεός δέν μπορεί νά βοηθήση έναν τέτοιον άνθρωπο, άν και τό θέλη πολύ. Όταν κανείς άγαπάη τόν εαυτό του, εχη δηλαδή φιλαυτία, όλα τά ερμηνεύει όπως τά αγαπάει ό εαυτός του. Και βλέπεις, άλλοι τά ερμηνεύουν αμαρτωλά, άλλοι όπως τους αναπαύει, και σιγά-σιγά γίνονται φυσιολογικές αυτές οι παράλογες ερμηνείες τους. Όπως και άν φερθής, σκανδαλίζονται Είναι μερικοί πού, άν τους προσέξης λίγο, άν τους πής έναν καλό λόγο, πετούν. Άν δέν τους προσέξης, λυπούνται πολύ, πιάνουν τά άκρα, πού είναι τοΰ πειρασμού. Βλέπουν λ.χ. μία κίνηση καί λένε: ά! έτσι θά έγινε, και ύστερα καταλήγουν νά είναι σίγουροι ότι έτσι έγινε. Ή βλέπουν τόν άλλον σοβαρό καί νομίζουν ότι κάτι έχει μαζί τους, ένώ ό άλλος μπορεί νά είναι σοβαρός, γιατί τόν απασχολεί κάτι. Προ ήμερων ήρθε καί σ’ εμένα κάποιος καί μού είπε: Γιατί παλιά μού μιλούσε ό τάδε καί τώρα δέν μού μιλάει; Τοΰ είχα κάνει μιά παρατήρηση, μήπως γι’ αυτό;. Κοίταξε, του λέω, μπορεί νά σέ είδε καί νά μή σέ πρόσεξε ή είχε κανέναν άρρωστο καί είχε στον νού του νά ψάξη γιά γιατρό ή νά βρή συνάλλαγμα, γιά νά πάη στο εξωτερικό κ.λπ.. Καί πράγματι ό άλλος είχε άρρωστο άνθρωπο, είχε ένα σωρό φροντίδες, καί αυτός είχε τήν απαίτηση νά σταθή νά του μιλήση καί έβαζε ένα σωρό λογισμούς.