-Γέροντες της εποχής μας

Αποθέμενοι τον παλαιόν άνθρωπον (+Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού).

Αδελφοί και πατέρες, μιλήσαμε σε προηγούμενες κατηχήσεις, σύμφωνα με τους ορισμούς των Πατέρων, περί πράξης και θεωρίας, περί εισαγωγής, προόδου και τελείωσης και ερμηνεύσαμε τι είναι και πως πραγματώνεται ο βίος των μοναχών. Αυτό είναι το σχήμα και η εικόνα της περιγραφής. Εμείς όμως, ενδιαφερόμαστε για τον πρακτικότερο τρόπο, που θα μας φέρει τον καρπό αυτό, όπως ενδιαφέρει τους γεωργούς ο θερισμός του κόπου τους και τους φοιτητές η απόκτηση του διπλώματός τους.

    «Ιδού», σε μας, «καιρός ευπρόσδεκτος και ημέρα σωτηρίας» (Β Κορ. στ, 2). Το στάδιο είναι ανοικτό και προκαλεί τους αθλητές. Καθένας καλείται να προσφέρει την άθληση και αγωνιστικότητα που αρμόζει στη θέση που τοποθετήθηκε και με τον κατάλληλο τρόπο. Κατά τον Παύλο «άλλος έχει το χάρισμα της διακονίας, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Το ίδιο να κάνει κι ο δάσκαλος του λαού του Θεού με τη διδασκαλία, κι όποιος έχει το χάρισμα να στηρίζει τους τους αδελφούς, να τους στηρίζει. Αλλά κι όποιος μοιράζει τα αγαθά του με τους άλλους να το κάνει με απλότητα, ο προϊστάμενος να δείχνει ζήλο για το έργο του, όποιος μοιράζει τις ελεημοσύνες να το κάνει με καλοσύνη. Η αγάπη σας να είναι ειλικρινής.  Να αποστρέφεστε το κακό και να ακολουθείτε το καλό. Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους πιστούς, Να συναγωνίζεστε ποιός θα δείξει περισσότερη εκτίμηση στον άλλο. Μην είστε οκνηροί σ’ ό, τι  πρέπει να δείχνετε ζήλο, να έχετε πνευματικό ενθουσιασμό, να υπηρετείτε τον Κύριο…να έχετε ομόνοια μεταξύ σας. Μην είστε υπερήφανοι.» (Ρωμ. ιβ, 7 11, 16).

    Με την τήρηση και φυλακή όλων αυτών με τα οποία ασχολούμαστε συνεχώς, ένα αποτέλεσμα επιδιώκουμε. Την απαλλαγή μας από τον παλαιό άνθρωπο, που είναι ακριβώς το αντίθετο όσων περιγράψαμε και τα οποία εμείς βιαζόμαστε να εφαρμόσουμε. Εάν δεν φερόμαστε έτσι, τότε ποιος ο σκοπός της αποταγής μας;

Δεν θα διστάσουμε όμως, με τη Χάρη του Κυρίου, που μας κάλεσε, να σηκώνουμε το σταυρό του, αφού μπροστά μας πηγαίνουν νέφη μαρτύρων και ομολογητών, που όχι μόνο κατά των παθών και της διαστροφής αγωνίστηκαν, αλλά και εναντίον όλης της δύναμης των εχθρών του σκότους, τους οποίους κατατρόπωσαν. Και διήνυσαν όχι μόνο το δικό μας σταυροφόρο δρόμο, αλλά και ολοκλήρωσαν την ομολογία τους με το αίμα και το θάνατο.

    Εάν κρατήσετε την αυταπάρνησή σας με ζήλο, η θεία Χάρη θα σας ελευθερώσει από τις επήρειες των παθών και του συστήματος του παλαιού ανθρώπου. Μετά θα αρχίσει ο τρυγητός, η αίσθηση της θείας αγάπης και όλων των καρπών του Αγίου Πνεύματος. Τότε θα αισθάνεσθε, κατά το δυνατό, την ποιότητα της βασιλείας του Χριστού μας.

    Μη βαριεστείτε με την παράταση του τυπικού προγράμματος, όσο και αν φαίνεται κουραστικό. Οι «άγιοι πάντες», «δια πολλών θλίψεων» εισήλθαν στην κατάπαυση. Ακόμα και στον Κύριό μας, μετά από το Γολγοθά δόθηκε όλη η εξουσία « εν ουρανώ και επί γης» (Ματ. κη, 18). Ανέχτηκε ο πανάγαθος τη σκληρότητα και θηριωδία, όσων πραγματοποιούσαν τα σατανικά κατορθώματα, με μακροθυμία και παρακαλούσε τον Πατέρα: «Άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ, 34). Αραγε, «ξέρουν τι ποιούν», όσοι με σκληρότητα μας καταπιέζουν; Εμείς όμως δεν ενδιαφερόμαστε τι ξέρουν όσοι μας πειράζουν, αλλά αν θα ολοκληρώσουμε τη δική μας ομολογία. Ποιά; Την αντίσταση και άρνηση κάθε επίδρασης και προσβολής του παλαιού ανθρώπου, που ερεθίζει τη φιλαυτία να μας προκαλεί.

    Εφόσον ζει ο παλαιός άνθρωπος, θα αισθανόμαστε τους ερεθισμούς και τις προκλήσεις του, γιατί ο σκοπός του είναι να μας υποτάξει στη δουλεία τον θανάτου. Εμείς με πρότυπο τον Κύριό μας και τις μυριάδες των Πατέρων μας, δεν μετρούμε τις κινήσεις τον παράλογου, αλλά μάλλον χαιρόμαστε που μας δίνονται αφορμές της καλής ομολογίας. «Ταύτα πάντα ήλθεν εφ’ ημάς, και ουκ επελαθόμεθά σου» αν και «ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» (Ψαλμ. μγ, 18, 23). Ανατρέχοντας στο παρελθόν, συναντούμε παραδείγματα της προγονικής μας κληρονομιάς. Τότε οι Πατέρες μας, σε δυσκολότερους καιρούς και περιστάσεις, δεν λύγισαν αλλά πρόταξαν την καλή ομολογία. Δεν είναι ομολογία μόνο η υποστήριξη των δογματικών παραδόσεων και των λατρευτικών συστημάτων. Θα υπεραμυνθούμε βέβαια και γι’ αυτά, αν παραστεί ανάγκη, με τη Χάρη του Χριστού μας. Ομολογία είναι και η σωστή άμυνα και πάλη κατά του νόμου της διαστροφής, που νύκτα μέρα διεξάγουμε. Ομολογία είναι η αντίσταση και ο πόλεμος κατά του θυμού, της αντιλογίας, της παρακοής, της δικαιολογίας και των υπόλοιπων ερεθισμάτων της σάρκας και της διάνοιας, που κάτω απ αυτά καλύπτεται ο εχθρός και μας πιέζει να προσκυνήσουμε τη «χαλδαϊκή εικόνα» της εμπάθειας και του αναρχισμού.

     «Στώμεν καλώς», ποθεινότατοι πατέρες και αδελφοί. Κρατήστε την πρακτική μορφή του δικού μας προγράμματος. Εκείνος που έτρεξε σε βοήθεια των μαρτύρων της χαλδαϊκής καμίνου, δεν θα παραβλέψει τη δική μας ομολογία, αλλά θα μας υψώσει στη θέση των Πατέρων μας, που πολέμησαν τις λαίλαπες των αιρέσεων και των κακοδοξιών. Ο κόπος της καρτερίας στη θλίψη της πείνας, της δίψας, της ανεπάρκειας του ύπνου και της ανάπαυσης, δεν είναι στίγματα ομολογίας; Η επιμονή στην τήρηση της ακρίβειας του μοναστικού μας προγράμματος είναι εφάμιλλη με τους διωγμούς, τις φυλακίσεις και εξορίες των πνευματικών προγόνων μας, που διώχτηκαν απ αυτούς που είχαν την εξουσία. Και ποιος γνωρίζει αν, για τις αμαρτίες μας, δεν θα ξανασυμβούν τα ίδια λόγω της χλιαρότητας των χριστιανικών λαών, που με αδιαφορία πορεύονται και ζουν;

Και ο θάνατος που παραμονεύει; Τι άλλο είναι ο θάνατος για τον καθένα, παρά συντέλεια και τέρμα της σκιάς της αχυρένιας σκηνής της εδώ ματαιότητας; Για τους «συνετούς (εν Κυρίω) και επιστήμονες» (Δεύτ. α, 13) όμως, είναι ένα κερδοφόρο πανηγύρι, όπου όχι μόνο εξαγοράζουν τη θνητότητα με την αθανασία, αλλά και «εχθροί όντες του Θεού» (Ρωμ. ε, 10), συμφιλιώνονται «δια του σταυρωθέντος υιού του Θεού» και κληρονομούν την υιοθεσία, στην οποία «επιθυμούσιν άγγελοι παρακύψαι» (Α Πέτ. α, 12). Και ποιος είναι ο τρόπος της συναλλαγής και του ανέκφραστου πλουτισμού, παρά η άρνησή μας στη σκέψη και δουλεία του παράλογου και η εμμονή μας στον πρότυπο βίο και τη διδασκαλία του Κυρίου μας;

      Τί αρνούμαστε, αδελφοί μου, έναντι των όσων κληρονομούμε, και γινόμαστε κατά Χάρη υιοί του Θεού και αδελφοί του σωτήρα μας Χριστού; Τίποτε από τις φυσικές μας ανάγκες και απ’ όσα ανήκουν στην προσωπικότητά μας, αλλά, με συστολή το λέω, τα έργα της ντροπής, που τα κρύβουμε όταν τα εκτελούμε.

     Πάντοτε, λοιπόν, πρέπει να ανακαινίζουμε τις αποφάσεις, όταν η πεσμένη φύση μας μαραίνεται και αδρανεί. «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι» (Λούκ. ιβ, 35). Το περίζωμα της οσφύος, η προθυμία, «οι καιόμενοι λύχνοι» και ο θείος ζήλος, είναι αυτά που ανατρέπουν την παράλυση της ακηδίας, που μεταβάλλει το λογικό και δραστήριο άνθρωπο, σε ένα άβουλο και νεκρό στοιχείο. Σε μας δεν χρειάζεται άλλη αφορμή για αφύπνιση και ευλάβεια, παρά ο σχολιασμός του βίου και του τρόπου με τον οποίο οι καθημερινά εορταζόμενοι άγιοι ευαρέστησαν το Θεό και τους οποίους εγκωμιάζουμε με ψαλμούς και ύμνους. Όσες φορές και όταν το καλούσε η περίσταση ή ακόμη και η βία των παράλογων αρχόντων, δεν δίσταζαν, δεν κατηγορούσαν, δεν μεμψιμοιρούσαν, αλλά με χαρά αντιμετώπιζαν την ευκαιρία ως αφορμή ομολογίας. Και όχι μόνο οι ώριμοι και σταθεροί άνδρες, αλλά και οι νέοι. Ακόμη και νεαρές γυναίκες, με θάρρος αθλητικό, επισφράγιζαν έμπρακτα την πρώτη και κύρια εντολή της αγάπης προς το Θεό, «εξ όλης ψυχής, καρδίας και διανοίας» (πρβλ. Δεύτ. στ, 5).

     Και εμείς, γνήσιοί μου αδελφοί και πατέρες, δεν θα δειλιάσουμε, δεν θα προδώσουμε, δεν θα γίνουμε λιποτάκτες, αλλά θα μαρτυρήσουμε, θα ομολογήσουμε με παρρησία και θα αποδείξουμε στους αντίθετους, ότι μόνο έναν Κύριο και Δεσπότη και Σωτήρα έχουμε και αναγνωρίζουμε και στο πανάγιο θέλημά του υποτασσόμαστε μέχρι θανάτου. Έμπρακτα γνωρίσαμε ότι «μηκέτι εαυτοίς ζώμεν, αλλά τω υπέρ ημών αποθανόντι και εγερθέντι» (Β Κορ. ε, 15) και άρα ολόκληρη η θέληση, ο πόθος και η εκλογή ανήκουν σ αυτόν και γι αυτόν το στόχο και σκοπό ζούμε και πεθαίνουμε.

     Οι άγιοι μάρτυρες πέθαιναν για να μη γίνουν παραβάτες κάποιας εντολής ανάλογης με την περίσταση. Εμείς θα προδώσουμε στη βία της ακηδίας ή της αντιλογίας ή της παρακοής και του επαίσχυντου θελήματος; Στην αρχή κάθε μέρας και νύκτας, σύμφωνα με το πατερικό μας τυπικό πρόγραμμα, όλοι μαζί «δεύτε προσκυνήσωμεν τω βασιλεί και Θεώ ημών» και με συνεχή ευχή να επικαλούμαστε τη βοήθειά του και θα πετυχαίνουμε, αφού μας συνοδεύουν οι προσευχές των Πατέρων μας και του οσιότατου μας Γέροντα και Πατέρα, που μας ενεθάρρυνε να παραμείνουμε και να εγκαταβιώσουμε στο Βατοπαίδι.

    Προσέχετε την ακαταστασία, που είναι γέννημα της αμέλειας. Προκαλεί λάθη, παραλείψεις και ζημιές στα προϊόντα, στα πράγματα και σ’ αυτά τα εργαλεία, αλλά και απώλεια πολύτιμου χρόνου μέσω του οποίου, αν προσέχουμε, κερδίζουμε την αιωνιότητα. Συναλλαγή είναι ο παρών χρόνος και καιρός. Εάν αρνούμαστε τα ψεκτά και παράλογα και εφαρμόζουμε τα καλά και τα ευάρεστα στο Θεό, κερδίζουμε τον πλούσιο μακαρισμό «ευ, δούλε αγαθέ και πιστέ! επί ολίγων ης πιστός», για το δικό μου θέλημα, που είναι ο κανόνας της αρετής και αλήθειας και στο πρόσωπο η αρμόζουσα θέση, «επί πολλών σε καταστήσω» (Ματ. κε, 21), σε όσα δεν περιγράφονται με τα μέτρα και σύμβολα αυτού του κόσμου.

    «Πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω» (Α Κορ. ιδ, 4θ), όχι για επίδειξη η ανθρωπαρέσκεια, αλλά τω πνεύματι ζέοντες τω Κυρίω δουλεύοντες» και «έτι μικρόν όσον όσον» (Εβρ. ι, 37) ο Κύριος έρχεται ελέγχοντας καθενός τη συνείδηση για να αποδώσει το μισθό. Η αξιομισθία στην παρούσα ζωή είναι αρχικά η άφεση των αμαρτιών μας. Μετά, η απαλλαγή μας από τα πάθη και τον παλαιό άνθρωπο και η είσοδός μας στην πλατεία της ελευθερίας και της ενάρετης ζωής. Ω τότε! Πόσο θα χαρείτε και θα σκιρτήσετε, όταν αισθάνεστε να απαλείφονται και να εκλείπουν παλιές συνήθειες και πάθη. Να σταματούν παλιοί πόλεμοι, που μας έσπρωχναν στην απογοήτευση και στη θλίψη και στη θέση τους να βλαστούν ενάρετες συνήθειες και ο κατά Θεόν πόθος. Εκεί που άλλοτε μας τυραννούσε η πίεση του παράλογου θυμού στις ξένες επικρίσεις και κατά κάποιο τρόπο το μίσος και η αποστροφή, τώρα παράδοξα σκιρτά μέσα μας η αγάπη και συμπάθεια και στρέφεται χωρίς προσπάθεια και κόπο η προσευχή μας σ’ αυτούς, που μας πολέμησαν.

     Και τί είναι αυτό μπροστά στην αίσθηση της θεοαγχιστείας, για την οποία μυστηριωδώς ο άνθρωπος πληροφορείται; Ή μάλλον αισθάνεται σε βάθος και με πληρότητα τον Χριστό, ως πατέρα του; Αυτό είναι απερίγραπτο στους ανθρώπινους συλλογισμούς και όρους. Μόνο μια βαθιά αίσθηση, που δεν ερμηνεύεται ή ελέγχεται, κυριαρχεί στο είναι του ανθρώπου και το γεμίζει με μακαριότητα. Ταυτόχρονα πενθεί για την πήλινη ευτέλειά του και κλαίει για την απερίγραπτη ελεημοσύνη και αγάπη του Θεού προς την κτίση του, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο και να ζει και να μετέχει των θείων δωρεών της απέραντης θεοπρεπούς κηδεμονίας.

Ήθελα να πω κι άλλα εδώ με τα οποία η θεία παναγαθότητα αφειδώς πλημμυρίζει την κτίση του, αλλά αισθάνομαι την ελεεινότητά μου και την προδοσία της ράθυμης ζωής μου και σιωπώ για να γίνω μισητός όπως το αξίζω!

(Γέροντος Ιωσήφ, «Βατοπαιδινές Κατηχήσεις», Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 10. Κατήχηση 13, σ. 111-118)

ΠΗΓΗ

About the author

Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης