-Γέροντες της εποχής μας

Άγιος Παΐσιος: Μη δίνετε σημασία στα λόγια του δαιμονισμένου

– Γέροντα, τί πρέπει νά προσεχή κανείς, όταν συζητά μέ έναν δαιμονισμένο;
– Νά λέη τήν ευχή και νά τού φέρεται μέ καλωσύνη.
– Γέροντα, θυμούνται οί δαιμονισμένοι τί λένε πάνω στήν κρίση τους;
– Άλλα τά  θυμούνται  και  άλλα  δέν  τά  θυμούνται.  Δεν  ξέρουμε  πώς  εργάζεται  ό  Θεός. Μερικές φορές επιτρέπει νά τά θυμούνται, γιά νά ταπεινωθούν καί νά μετανοήσουν. Καί όταν ζητάη κάτι ό δαιμονισμένος, δέν είναι εύκολο νά καταλάβη κανείς πότε αυτό είναι  άπό  τόν  διάβολο  καί  πότε  τό  έχει  ανάγκη  ό  ίδιος.  Είχα  συναντήσει  κάπου  μιά δαιμονισμένη  κοπέλα.  Αυτή  είχε  διαβάσει  Καζαντζάκη  καί  πίστευε  κάτι  βλάσφημα πράγματα μέ αποτέλεσμα νά δαιμονισθή. Ξαφνικά τήν έπιασε τό δαιμόνιο καί έβαλε κάτι φωνές!  Καίγομαι,   καίγομαι!.  Οί  δικοί  της  τήν  κρατούσαν,   γιά  νά  τήν  σταυρώσω.  Μετά φώναζε: Νερό, νερό!. Λέω: Φέρτε της νερό. Όχι, όχι, μου λένε, γιατί μας είπε κάποιος νά  μήν  κάνουμε  υπακοή  στον  διάβολο.  Τώρα,   λέω,   ή  καημένη  διψάει.  Φέρτε  νερό. Καταλάβαινα  πότε  ήταν  τό  κάψιμο  άπό  τόν  διάβολο  καί  πότε  ήταν  άπό  δίψα.  Ήπιε  ή καημένη κανα-δυό  ποτήρια  νερό. Κάρβουνα, έλεγε,   έχω μέσα μου,   τόσο κάψιμο  νιώθω.
Καί έναν κουβά νερό νά έπινα, δέν θά έσβηνε μέσα μου ή φωτιά. Τέτοιο κάψιμο ένιωθε!
-Όταν,   Γέροντα,   φωνάζη  ένας  δαιμονισμένος,   πώς  καταλαβαίνουμε  πότε  μιλάει  ό διάβολος μέσω του άνθρωπου καί πότε ό άνθρωπος;
– Όταν  μιλάη ό διάβολος, τά χείλη δέν κινούνται κανονικά κινούνται σάν μηχανή. Ένώ, όταν μιλάη  ό  άνθρωπος,   κινοϋνται  φυσιολογικά.  Όταν  φωνάζη  ένας  δαιμονισμένος,   τήν ώρα πού του διαβάζουν εξορκισμούς ή οί άλλοι εύχονται γι’ αυτόν, άλλοτε ή ίδια ή ψυχή βασανίζεται  καί  λέει  λ.χ.  στον  διάβολο:  φύγε,   τί  κάθεσαι;  καί  άλλοτε  ό  διάβολος  βρίζει τόν άνθρωπο ή τόν ιερέα ή βλασφημάει τόν Χριστό, τήν Παναγία, τούς Άγιους. Άλλοτε λέει ψέματα ή άλλοτε πιέζεται άπό τήν δύναμη του ονόματος του Χριστού νά πή τήν αλήθεια.
Μερικές φορές πάλι ό δαιμονισμένος λέει δικά του άπό τά πνευματικά πού έχει διαβάσει κ.λπ.  Τί  νά  πώ;  Μπερδεμένα  πράγμα  τα.  Γι’  αυτό,   όταν  συζητάτε  μαζί  του,   νά  προσέχετε πολύ. Μή δίνετε σημασία στά  λόγια  του. Μπορεί νά  λέη  λ.χ.  μέ  καις.  Αν  πράγματι  τόν καις  και  πής  τόν  καίω,   κάηκες.  Αν  δέν  τόν  καις  καί  πιστέψης  ότι  τόν  καις,   κάηκες  δυό φορές. Ή μπορεί νά φωνάζη βρωμιάρες καί σέ μιά νά πή: Έσύ είσαι καθαρή. Αν εκείνη τό πιστέψη, πάει, χάθηκε. Γι’ αυτό μήν κάνετε πειράματα μέ τόν διάβολο.
Σέ ένα μοναστήρι πήγαν έναν δαιμονισμένο καί ό ηγούμενος είπε στους πατέρες νά πάνε στήν εκκλησία νά κάνουν κομποσχοίνι. Είχαν έκεϊ καί τήν κάρα τού Αγίου Παρθενίου, επισκόπου  Λαμψάκου,   καί  τό  δαιμόνιο  στρυμώχθηκε  πολύ.  Συγχρόνως,   ό  ηγούμενος ανέθεσε  καί  σέ  έναν  ιερομόναχο  νά  διάβαση  στόν  δαιμονισμένο  εξορκισμούς.  Ό ιερομόναχος αυτός ήταν ευλαβής μέν εξωτερικά, άλλά εσωτερικά είχε κρυφή υπερηφάνεια. Ήταν  αγωνιστής  καί  τυπικός  σέ  όλα. Νουθετούσε πνευματικά  τούς  άλλους,   γιατί  ήταν  καί λόγιος.  Ό  ίδιος όμως δέν βοηθιόταν άπό κανέναν,   γιατί  οί  άλλοι, άπό σεβασμό, όταν  τόν έβλεπαν νά κάνη κάτι στραβό, δίσταζαν νά τού τό πούν. Είχε δημιουργήσει ψευδαισθήσεις στόν εαυτό του ότι είναι ό πιο ενάρετος της μονής κ.λπ. Ό πονηρός βρήκε ευκαιρία εκείνη τήν ήμερα νά  τού  κάνη  κακό. Έβαλε  τήν  πονηριά  του,   γιά  νά  τού δώση τήν εντύπωση ότι αυτός  διώχνει  τό  δαιμόνιο  άπό  τόν  δαιμονισμένο.  Μόλις  λοιπόν  άρχισε  νά  διαβάζη  τούς εξορκισμούς,   άρχισε  τό  δαιμόνιο  νά  φωνάζη:  καίγομαι!  πού  μέ  διώχνεις,   άσπλαχνε;, οπότε  νόμισε  ότι καίγεται  άπό  τόν  δικό  του  εξορκισμό  – ενώ  ό  δαίμονας  ζοριζόταν,   γιατί προσεύχονταν καί οί άλλοι πατέρες -, καί απάντησε στόν δαίμονα: Νά έρθης σ’ εμένα. Τό είχε  πει  αυτό  ό  Άγιος  Παρθένιος  σέ  ένα  δαιμόνιο,   άλλά  εκείνος  ήταν  άγιος.  Μιά  φορά δηλαδή πού ένα  δαιμόνιο φώναζε: καίγομαι,   καίγομαι, πού να  πάω;,   ό  Άγιος του  είπε: Έλα  σ’  εμένα.  Τότε  τό δαιμόνιο  είπε  στον  Αγιο:  ¨καί  μόνον  τό  όνομα  σου  μέ  καίει, Παρθένιε!, καί έφυγε άπό τόν δαιμονισμένο πού ταλαιπωρούσε. Πήγε καί αυτός νά κάνη τόν Αγιο Παρθένιο καί δαιμονίσθηκε. ‘Από εκείνη τήν στιγμή τόν εξουσίαζε πιά ό δαίμονας. Χρόνια ολόκληρα βασανιζόταν καί δέν μπορούσε νά άναπαυθή πουθενά. Συνέχεια γύριζε, πότε  έξω  στον  κόσμο  καί  πότε  μέσα  στό  «Αγιον  Όρος.  Τί  τράβηξε  ό  καημένος!  Τού  είχε δημιουργήσει αυτή ή κατάσταση ψυχική κούραση καί σωματική κόπωση μέ τρεμούλα. Καί νά δήτε, ένώ ήταν καλός παπάς, δέν μπορούσε μετά νά λειτουργήση. Βλέπετε τί κάνει ό διάβολος;
– Γέροντα, έχει κάποια σχέση ό καφές μέ τις αντιδράσεις ενός δαιμονισμένου;
– Όταν τό νευρικό σύστημα είναι ταραγμένο καί πιή κανείς πολλούς καφέδες, κλονίζονται τά  νεύρα  καί  τό  ταγκαλάκι  εκμεταλλεύεται  αυτήν  τήν  κατάσταση.  Δέν  είναι  ότι  ό  καφές είναι  κάτι  δαιμονικό.  Χρησιμοποιεί  τό  ταγκαλάκι  τήν  επίδραση  του  στά  νεύρα,   καί  ό δαιμονισμένος αντιδράει χειρότερα.

About the author

Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης