-Γέροντες της εποχής μας

Άγιος Παΐσιος: Κοιμίζουν τον κόσμο.

– Γέροντα, πώς θα βοηθηθούν οι άνθρωποι με τόσα πού γίνονται στον κόσμο;

–  Εκείνος πού θέλει να βοηθηθεί, βοηθιέται με τιποτένια πράγματα. Π.χ. κουνιέται ένα κανδήλι ή κουνιέται ό ίδιος ολόκληρος με έναν σεισμό και συνέρχεται. Όσοι δεν πιστεύουν, γίνονται χειρότεροι, όταν ακούν ότι θα γίνει πόλεμος ή κάποια καταστροφή. «Δώσ’ του, σού λέει, να γλεντήσουμε, γιατί χάνουμε την ζωή», οπότε το ρίχνουν τελείως έξω. Άλλοτε ακόμη και οι αδιάφοροι, όταν άκου­γαν λ.χ. ότι θα γίνει πόλεμος, συνέρχονταν και άλλαζαν ζωή. Τώρα είναι πολύ λίγοι αυτοί. Παλιά το έθνος μας ζούσε πνευματικά, γι’ αυτό και ό Θεός το ευλογούσε και οι Άγιοι μάς βοηθούσαν με θαυμαστό τρόπο, και νι­κούσαμε τους εχθρούς μας, οι όποιοι πάντοτε ήταν πε­ρισσότεροι από εμάς. Σήμερα λέμε πώς είμαστε Ορθόδοξοι, άλλα δυστυχώς συχνά μόνον το όνομα «Ορθόδοξος» έχουμε και όχι ζωή ορθόδοξη. Ρώτησα έναν Πνευματικό με κοινωνική δράση, με ένα σωρό πνευματικοπαίδια κ.λπ.: «Τι ξέρεις για μία βλά­σφημη ταινία;». «Δεν ξέρω τίποτε», μού είπε. Δεν ήξερε τίποτε και είναι σε μεγάλη πόλη. Κοιμίζουν τον κόσμο. Τον αφήνουν έτσι, για να μη στενοχωριέται και να διασκεδάζει. Μην τυχόν πεις ότι θα γίνει πόλεμος ή ότι θα γίνει ή Δευτέρα Παρουσία και γι’ αυτό πρέπει να ετοι­μασθούμε, μην τυχόν στενοχωρηθούν οι άνθρωποι. Σαν μερικές γριές πού λένε «μη μιλάς για θάνατο· μόνο για χαρές και για βαφτίσια να μιλάς», σαν να μην τις περιμένει θάνατος. Έτσι νιώθουν μία ψεύτικη χαρά. Ενώ, αν σκέφτονταν ότι το τάδε γεροντάκι πού έμενε λίγο πιο κάτω πέθανε χθες, ό άλλος είναι στα τελευταία του και θα πεθάνει, μεθαύριο θα γίνει τού τάδε το μνημόσυνο πού ήταν και πολύ νεότερος από αυτές, θα σκέφτονταν τον θάνατο και θα έλεγαν: «Πρέπει να εξομολογηθώ, να ετοι­μασθώ πνευματικά, γιατί μπορεί κι εμένα σε λίγο να με καλέσει ό Χριστός για την άλλη ζωή». Διαφορετικά, έρχε­ται ύστερα ο θάνατος και τις παίρνει ανέτοιμες. «Άλλοι πάλι από… «καλωσύνη» λένε: «Στους αιρετικούς μη λέτε ότι είναι στην πλάνη, για να δείξουμε αγάπη». Και έτσι τα ισοπεδώνουν όλα. Αν ζούσαν αυτοί στα πρώτα χρόνια τού Χριστιανισμού, δεν θα είχαμε ούτε έναν Άγιο. Έλε­γαν τότε στους Χριστιανούς: «Ρίξε μόνο λιβάνι στην φω­τιά και μην άρνήσαι τον Χριστό». Δεν το δέχονταν. «Κάνε μόνον πώς ρίχνεις». Δεν το δέχονταν. «Μη μιλάς για τον Χριστό και πήγαινε ελεύθερος σε άλλο μέρος», και δεν το δέχονταν. Σήμερα βλέπεις έναν νερόβραστο κόσμο.

–   Γέροντα, όταν λέει ό Απόστολος Παύλος «Ό καρ­πός τον Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά», εννοεί ότι ή χαρά είναι τεκμήριο σωστής ζωής;

– Ναι, γιατί υπάρχει κοσμική χαρά και θεϊκή χαρά. Όταν κάτι δεν είναι πνευματικό, καθαρό, δεν μπορεί να υπάρχει αληθινή χαρά και ειρήνη στην καρδιά. Ή χαρά πού αισθάνεται ένας πνευματικός άνθρωπος δεν είναι ή κο­σμική χαρά πού επιζητούν πολλοί σήμερα. Να μην τα μπλέκουμε τα πράγματα. Οι Άγιοι είχαν τέτοιου είδους χαρά πού ζητάμε εμείς; Ή Παναγία είχε τέτοια χαρά; Ό Χριστός γελούσε; Ποιος Άγιος πέρασε από αυτήν την ζωή χωρίς πόνο; Ποιος Άγιος είχε τέτοια χαρά πού επι­διώκουν πολλοί Χριστιανοί της εποχής μας, πού δεν θέ­λουν να ακούσουν τίποτε δυσάρεστο, για να μη στενο­χωρηθούν, να μη χάσουν την ηρεμία τους; Αν θέλω να μη στενοχωρηθώ, για να είμαι χαρούμενος, να μη χαλά­σω την ησυχία μου, για να είμαι πράος, τότε είμαι αδιά­φορος! Άλλο πραότητα πνευματική και άλλο πραότητα από αδιαφορία. Λένε μερικοί: «Πρέπει να είμαι χαρούμενος, γιατί είμαι Χριστιανός. Να είμαι ήρεμος, γιατί είμαι Χριστιανός». Αυτοί δεν είναι Χριστιανοί. Το κα­ταλάβατε; Αυτό είναι αδιαφορία, είναι κοσμική χαρά. Όποιος έχει αυτά τα κοσμικά στοιχεία, δεν είναι πνευ­ματικός άνθρωπος. Ό πνευματικός άνθρωπος είναι όλος ένας πόνος. Πονάει δηλαδή για καταστάσεις, για ανθρώ­πους, αλλά ανταμείβεται γι’ αυτόν τον πόνο με θεία πα­ρηγοριά. Νιώθει πόνο, αλλά νιώθει μέσα του θεία παρη­γοριά, γιατί κάνει ρίψεις με ευλογίες ό Θεός από τον Πα­ράδεισο στην ψυχή και αγάλλεται ό άνθρωπος από την θεϊκή αγάπη. Αυτή είναι ή χαρά, ή πνευματική χαρά, πού δεν εκφράζεται και πλημμυρίζει την καρδιά.

(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Β’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)

About the author

Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης